Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2007

Αποτέφρωση των αποβλήτων, Οδηγία 2000/76/ΕΚ


ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ


Αποτέφρωση των αποβλήτων


Η Ευρωπαϊκή Ένωση λαμβάνει μέτρα για την πρόληψη ή τον περιορισμό, στο μέτρο του δυνατού, της ρύπανσης του αέρα, του νερού και του εδάφους, η οποία προέρχεται από την αποτέφρωση και τη συνδυασμένη αποτέφρωση αποβλήτων, καθώς και των συνεπαγόμενων κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ιδίως την υποχρέωση εκ των προτέρων έκδοσης αδείας για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης ή συνδυασμένης αποτέφρωσης, καθώς και τον καθορισμό οριακών τιμών για τις εκπομπές ορισμένων ουσιών που ρυπαίνουν την ατμόσφαιρα και το νερό.

ΠΡΑΞΗ
Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την αποτέφρωση των αποβλήτων.

ΣΥΝΟΨΗ
Η αποτέφρωση επικίνδυνων και μη επικίνδυνων αποβλήτων μπορεί να προκαλέσει εκπομπές ουσιών που ρυπαίνουν τον αέρα, το νερό και το έδαφος και οι οποίες έχουν επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου.
Κατά την υποβολή της πρότασης της παρούσας οδηγίας, το κοινοτικό καθεστώς σε θέματα αποτέφρωσης αποβλήτων καλυπτόταν από τις οδηγίες 89/369/ΕΟΚ ( ) και 89/429/ΕΟΚ ( ) (υφιστάμενες εγκαταστάσεις και νέες εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών απορριμμάτων) και 94/67/ΕΚ ( ) (αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων).
Η οδηγία αυτή αποβλέπει στην κάλυψη των κενών της εν λόγω νομοθεσίας. Εκτός από την αποτέφρωση των μη επικίνδυνων αστικών απορριμμάτων, το πεδίο εφαρμογής της εκτείνεται στην αποτέφρωση των μη επικίνδυνων μη αστικών αποβλήτων (όπως οι λυματολάσπες, τα ελαστικά αυτοκινήτων και τα νοσοκομειακά απόβλητα) και των επικίνδυνων αποβλήτων που δεν υπάγονται στην οδηγία 94/67/ΕΚ (όπως τα χρησιμοποιημένα ορυκτέλαια και οι διαλύτες). Ταυτόχρονα, αποβλέπει στην ενσωμάτωση στην υφιστάμενη νομοθεσία της τεχνικής προόδου σε θέματα ελέγχου των εκπομπών κατά την αποτέφρωση, καθώς και στην τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων που ανέλαβε η Κοινότητα σε θέματα μείωσης της ρύπανσης, ιδίως δε των δεσμεύσεων που αφορούν τον καθορισμό οριακών τιμών για τις εκπομπές διοξινών, υδραργύρου και αιωρούμενων σωματιδίων (σκόνης) που δημιουργούνται από την αποτέφρωση αποβλήτων (πρωτόκολλα που υπεγράφησαν το 1998 στο πλαίσιο της Σύμβασης της Οικονομικής Eπιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλες αποστάσεις). Η οδηγία στηρίζεται σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση: στις ενημερωμένες οριακές τιμές για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές προστίθενται οι οριακές τιμές σχετικά με τις απορρίψεις σε υδατικά συστήματα.
Αντίθετα με τις ανωτέρω οδηγίες 89/369/ΕΟΚ και 89/429/ΕΟΚ, η παρούσα οδηγία αφορά όχι μόνο τις προοριζόμενες για την αποτέφρωση αποβλήτων εγκαταστάσεις («ειδικευμένες εγκαταστάσεις αποτέφρωσης»), αλλά και τις εγκαταστάσεις «συνδυασμένης αποτέφρωσης» (εγκαταστάσεις των οποίων βασικός σκοπός είναι η παραγωγή ενέργειας ή υλικών προϊόντων και οι οποίες χρησιμοποιούν ως κύριο ή βοηθητικό καύσιμο τα απόβλητα, αφού αυτά υποβληθούν σε θερμική επεξεργασία για την τελική διάθεσή τους). Από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας εξαιρούνται οι πειραματικές εγκαταστάσεις που στοχεύουν στη βελτίωση της διαδικασίας αποτέφρωσης και επεξεργάζονται λιγότερους από 50 τόνους απορριμμάτων ετησίως, καθώς και οι εγκαταστάσεις που επεξεργάζονται μόνο:
φυτικά γεωργικά και δασικά απόβλητα που προέρχονται από τη μεταποίηση τροφίμων και την παραγωγή χαρτιού, απόβλητα ξύλου, απόβλητα φελλού, ραδιενεργά απόβλητα, σφάγια ζώων, απόβλητα που προέρχονται από την εκμετάλλευση πετρελαίου και αερίων και αποτεφρώνονται σε υπεράκτιες εγκαταστάσεις.
Όλες οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης ή συνδυασμένης αποτέφρωσης πρέπει να είναι εφοδιασμένες με σχετική άδεια. Στην άδεια αυτή, η οποία χορηγείται από αρμόδια αρχή, διευκρινίζονται τα είδη και οι ποσότητες των επικίνδυνων και μη επικίνδυνων αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία, η δυναμικότητα αποτέφρωσης ή συνδυασμένης αποτέφρωσης των εγκαταστάσεων και οι διαδικασίες δειγματοληψίας και μέτρησης που θα χρησιμοποιηθούν.
Πριν από την παραλαβή των αποβλήτων, οι φορείς εκμετάλλευσης των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης και συνδυασμένης αποτέφρωσης αποβλήτων πρέπει να έχουν υπόψη τις διοικητικές πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία παραγωγής, τη φυσική και χημική σύσταση των επικίνδυνων αποβλήτων, καθώς και τους συναφείς με τα απόβλητα κινδύνους.
Προκειμένου να εξασφαλιστεί η πλήρης ολοκλήρωση της καύσης των αποβλήτων, η οδηγία προβλέπει, για όλες τις εγκαταστάσεις, υποχρέωση διατήρησης των αερίων καύσεως που προκύπτουν από την αποτέφρωση ή τη συνδυασμένη αποτέφρωση, σε ελάχιστη θερμοκρασία 850 °C τουλάχιστον για 2 δευτερόλεπτα. Στην περίπτωση επικίνδυνων αποβλήτων με περιεκτικότητα σε αλογονούχες οργανικές ενώσεις άνω του 1%, εκφρασμένη σε χλώριο, η θερμοκρασία πρέπει να φέρεται στους 1.100 °C τουλάχιστον για 2 δευτερόλεπτα.
Η θερμότητα που παράγεται κατά τη διαδικασία αποτέφρωσης πρέπει να ανακτάται στον μέγιστο δυνατό βαθμό.
Οι οριακές τιμές ατμοσφαιρικών εκπομπών για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης καθορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας και αφορούν τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια, το μονοξείδιο του άνθρακα (CO), τα αιωρούμενα σωματίδια (σκόνη), τον ολικό οργανικό άνθρακα (ΟΟΑ), το υδροχλώριο (HCl), το υδροφθόριο (HF), το διοξείδιο του θείου (SO2), το μονοξείδιο του αζώτου (NΟ) και το διοξείδιο του αζώτου (NO2).
Οι οριακές τιμές ατμοσφαιρικών εκπομπών για τις εγκαταστάσεις συνδυασμένης αποτέφρωσης καθορίζονται στο παράρτημα II. Καθορίζονται επίσης ειδικές διατάξεις σχετικά με τις τσιμεντοκάμινους, άλλους βιομηχανικούς τομείς και εγκαταστάσεις συνδυασμένης αποτέφρωσης αποβλήτων.
Όλα τα απορριφθέντα λύματα που προέρχονται από τον καθαρισμό των αερίων καύσεως, πρέπει να αποτελούν το αντικείμενο αδείας. Η άδεια πρέπει να εξασφαλίζει την τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών του παραρτήματος IV της οδηγίας. Τα όμβρια ύδατα ή τα νερά που προέρχονται από πυροσβεστικές δραστηριότητες πρέπει να συλλέγονται και να αναλύονται προτού απορριφθούν.
Τα κατάλοιπα της διαδικασίας αποτέφρωσης πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο και να ανακυκλώνονται στο μέτρο του δυνατού. Κατά τη μεταφορά των ξηρών καταλοίπων πρέπει να λαμβάνονται προφυλάξεις για την αποφυγή της διασποράς τους στο περιβάλλον. Πρέπει να πραγματοποιούνται αναλύσεις για τον προσδιορισμό των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων των καταλοίπων, καθώς και του ρυπογόνου δυναμικού τους.
Η οδηγία προβλέπει την υποχρεωτική εγκατάσταση συστημάτων μέτρησης για την παρακολούθηση των σχετικών παραμέτρων και ορίων εκπομπών. Οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα υπολογίζονται περιοδικά σύμφωνα με το παράρτημα III και το άρθρο 11 της οδηγίας.
Οι αιτήσεις χορήγησης αδείας για νέες εγκαταστάσεις θα τεθούν στη διάθεση του κοινού, ούτως ώστε το τελευταίο να προβεί σε σχόλια προτού η αρμόδια αρχή λάβει την εκάστοτε απόφαση.
Οι εγκαταστάσεις με ονομαστική δυναμικότητα μεγαλύτερη ή ίση των δύο τόνων ανά ώρα πρέπει να θέτουν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής και του κοινού ετήσια έκθεση σχετικά με τη λειτουργία και παρακολούθησή τους. Ο κατάλογος των εγκαταστάσεων δυναμικότητας κάτω των δύο τόνων καταρτίζεται και δημοσιοποιείται από την αρμόδια αρχή.
Πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2008 η Επιτροπή καλείται να υποβάλει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, τις προόδους ελέγχου των εκπομπών και την πείρα από τη διαχείριση των αποβλήτων. Θα καταρτιστούν επίσης άλλες εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας.
Από τις 28 Δεκεμβρίου 2005 θα καταργηθούν τα παρακάτω κείμενα:
άρθρο 8, παράγραφος 1 του παραρτήματος της οδηγίας 75/439/EΟΚ·
οδηγία 89/369/ΕΟΚ·
οδηγία 89/429/ΕΟΚ·
οδηγία 94/67/ΕΚ.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις κυρώσεις για τις παραβάσεις των διατάξεων της οδηγίας.
Η οδηγία εφαρμόζεται για τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις από τις 28 Δεκεμβρίου 2005 και για τις νέες εγκαταστάσεις από τις 28 Δεκεμβρίου 2002.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Πράξη
Έναρξη ισχύος
Προθεσμία για μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών
Επίσημη Εφημερίδα
Οδηγία 2000/76/ΕΚ
28.12.2000

28.12.2002
ΕΕ L 332 της 28.12.2000

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Απόφαση 2006/329/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για τη θέσπιση ερωτηματολογίου που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την υποβολή εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2000/76/ΕΚ για την αποτέφρωση των αποβλήτων [Επίσημη Εφημερίδα L 121 της 06.05.2006]
Οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης [Επίσημη Εφημερίδα L 257 της 10.10.1996]
Η οδηγία αυτή θέσπισε ένα πλαίσιο για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης βάσει του οποίου απαιτείται προηγούμενη άδεια για ορισμένες εξαιρετικά ρυπογόνες δραστηριότητες. Οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, των οποίων η δυναμικότητα υπερβαίνει τους 3 τόνους ανά ώρα, καθώς και οι εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης και ανάκτησης επικίνδυνων αποβλήτων, των οποίων η δυναμικότητα υπερβαίνει τους 10 τόνους ημερησίως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.
Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 20.9.2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: