Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2007

Προτάσεις για το πρόβλημα της διαχείρησης των αποβλήτων της Αττικής


Ελλάδα Απρίλιος του 2007
Στερεά και υγρά απόβλητα της Αττικής
Πως αντιμετωπίζεται το πρόβλημα διαχείρισης
Τι πρέπει να γίνει ακόμη άμεσα

Είμαστε στο παραπέντε

Με το θέμα της διαχείρισης των αποβλήτων έχουν ασχοληθεί και ασχολούνται πολλοί μελετητές Έλληνες και ξένοι. Οι Έλληνες αρθρογράφοι κρίνουν το θέμα πάντα επίκαιρο και καταγράφουν κάθε είδηση και λιγότερο η περισσότερο οι αρμόδιοι γνωρίζουν το θέμα αλλά δεν γνωρίζουν ίσως ότι είμαστε στο παραπέντε.

Οι προτάσεις για επίλυση των επί μέρους θεμάτων του προβλήματος όπως συμβαίνει συνήθως είναι κατευθυνόμενες από πολιτικούς ή οικονομικούς παράγοντες αφού πίσω από κάθε λύση διαφοροποιούνται τα συμφέροντα.

Το πρόβλημα είναι σύνθετο και γιαυτό εμπλέκονται πολλοί φορείς και αρμόδιοι και φυσικά δυστυχώς η ορθή και βέλτιστη λύση δεν είναι εύκολο να βρεθεί.

Χάρις στο διαδίκτυο σήμερα μπορεί κανείς εύκολα με κάποια προσπάθεια να καταγράψει τα συμβαίνοντα σε κάθε Χώρα και να δει και μελετήσει αναλυτικά το πρόβλημα για την περιοχή που τον ενδιαφέρει και φυσικά και για την Χώρα μας.

Στην Ελλάδα όπως και σε άλλες αναπτυσσόμενες Χώρες το πρόβλημα γίνεται οξύτερο από μέρα σε μέρα και οι τοπικές κοινωνίες το αντιμετωπίζουν ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες, τα τοπικά συμφέροντα τους και τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους.

Για την Ελλάδα οξύ είναι το πρόβλημα της Αττικής και γι’αυτό ότι θα γραφεί παρακάτω αφορά κυρίως αυτήν, αλλά χρήσιμα συμπεράσματα μπορούν να ληφθούν και από τις άλλες περιοχές της Χώρας ανάλογα με τον όγκο των αποβλήτων που αντιμετωπίζουν.

Απόβλητα στην Αττική όπως και οπουδήποτε αλλού είναι τα υγρά και τα στερεά.

Για τα υγρά απόβλητα, που είναι τα λύματα, αρμόδιος υπεύθυνος φορέας είναι η ΕΥΔΑΠ Α.Ε., ανώνυμος Εταιρεία με σχετική ευελιξία στην λήψη αποφάσεων γιατί το 60% και πλέον ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο και το υπόλοιπο 40% ανήκει σε Νομικά πρόσωπα και μικρό ποσοστό σε επενδυτές.

Η ΕΥΔΑΠ δεν εξυπηρετεί όλη την Αττική με τα δίκτυα αποχέτευσης που διαθέτει. Το Κέντρο βιολογικού Καθαρισμού της Ψυτάλλειας που άρχισε να κατασκευάζεται το 1983 είναι μια λύση που εξελίσσεται με πολλές ακόμη ενέργειες που πρέπει να γίνουν.

Πρέπει αφενός να ολοκληρωθεί το συντομότερο η κατάληξη της λυματολάσπης που σήμερα περιφέρεται είτε εντός ή εκτός της Ελλάδος και αφετέρου να επεκταθεί το δίκτυο αποχέτευσης και προς τους άλλους Δήμους με προτεραιότητα εκεί που έχουν δημιουργηθεί νέα αστικά κέντρα.

Αν και το πρόβλημα της λυματολάσπης οδηγήθηκε σε οριστική λύση με την τριτοβάθμια επεξεργασία που οδηγεί σε ξήρανση της ιλύος, τουλάχιστον για την σημερινή πραγματικότητα, θα πρέπει και να εξασφαλισθούν οι χρήστες του ξηραμένου προϊόντος που είναι καύσιμη ύλη η λίπασμα και εναλλακτικά ή εναπόθεση του σε κατάλληλους χώρους και όχι η απόρριψη του σε υπάρχουσες χωματερές.

Πρόταση

Επειδή το όλο Έργο της Ψυτάλλειας άρχισε να κατασκευάζεται το 1983, σήμερα το 2007, μετά από 24 χρόνια και με την ανάπτυξη της Αττικής θα πρέπει να δοθεί εντολή άμεσα να μελετήσει η ΕΥΔΑΠ τους όγκους που θα πρέπει να εξυπηρετηθούν με τις προσδοκώμενες επεκτάσεις και να προταθούν λύσεις για μια περίοδο μέχρι το 2040, δηλαδή 30ετίας. Στην μελέτη πρέπει να υπάρχει πρόβλεψη εναπόθεσης ή και αξιοποίησης δια χρήσης του όγκου της ξηραμένης ιλύος. Δεν υπάρχει πολύς χρόνος διαθέσιμος για αυτές τις μελέτες και πρέπει μέχρι το τέλος του έτους να έχουν ληφθεί αποφάσεις.

Για τα στερεά απόβλητα που είναι τα πάσης μορφής οικιακά και βιομηχανικά σκουπίδια υπεύθυνος φορέας είναι Ο ΕΣΔΚΝΑ (Ενιαίος Σύνδεσμος Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής) στον οποίο συμμετέχουν 72 Δήμοι και 17 Κοινότητες. Το Δ.Σ. έχει 119 μέλη και είναι αυτονόητο ότι είναι πολύ δυσκίνητος φορέας.

Πρόταση

Να γίνει Εταιρεία και τα 119 μέλη ή εκπρόσωποι των Δήμων και Κοινοτήτων να αποτελούν Αντιπροσωπευτική Συνέλευση στην οποία να λογοδοτεί ολιγομελές Διοικητικό Συμβούλιο. Ο Δ/νων Σύμβουλος πρέπει να είναι manager και όχι Δήμαρχος. Το αρχικό Κεφάλαιο να το καταθέσουν οι μετέχοντες. Έτσι θα υπάρχει και ετήσιος ισολογισμός που πρέπει να έχει και κέρδη. Έσοδα του μπορεί να είναι μέρος των ανταποδοτικών εσόδων που εισπράττουν οι Δήμοι. Ο εξοπλισμός αποκομιδής και οι λοιπές εγκαταστάσεις να αποτιμηθούν και να αποτελέσουν περιουσία του νέου φορέα. Στόχος πρέπει να είναι η Εταιρεία να αποδίδει κέρδη και να εισαχθεί στο Χρηματιστήριο όπως είναι η ΕΥΔΑΠ.

Ο ΕΣΔΚΝΑ ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να ονομασθεί έχει να αντιμετωπίσει άκρως επείγοντα θέματα.

Το πρόβλημα διαχείρισης των αποβλήτων σε όλη την Χώρα αντιμετωπίζεται ακόμη κατά το πλείστον με χωματερές των οποίων ο αριθμός είναι μερικές χιλιάδες.

Εξ ορισμού χωματερή θεωρείται μία έκταση όπου γίνεται μια ανεξέλεγκτη ταφή απορριμμάτων ή και επί τόπου ανεξέλεγκτη ανοικτή καύση όταν η έκταση είναι μακριά από οικισμούς.

Μια πλέον σύγχρονη έκδοση των χωματερών είναι οι ΧΥΤΑ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων) που προϋποθέτουν προετοιμασία του εδάφους εναπόθεσης των απορριμμάτων κατά τρόπον ώστε να μη μπορεί να μολυνθεί το υπέδαφος. Τελευταία έχουν εμφανισθεί και οι ΧΥΤΥ (Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων). Αυτοί προϋποθέτουν να προϋπάρχει ανακύκλωση και δραστική μείωση των προς ταφή απορριμμάτων.

Στην Αττική στα Άνω Λιόσια έχουμε την μεγαλύτερη χωματερή της Ευρώπης που σχηματίσθηκε και μεγάλωσε με τα χρόνια σαν μια λύση ανάγκης που δεν ήθελε σημαντικές επενδύσεις.

Σε σχετικό άρθρο της «Καθημερινής» από 3/1/2007 εμφανίζεται το χρονικό της εξέλιξης των χωματερών της Αττικής τα τελευταία χρόνια. Σήμερα η χωματερή των Άνω Λιοσίων δέχεται ετησίως 1600000 τόνους αποβλήτων ή περίπου 4400 τόνους την ημέρα με σημαντικά προς αυτόν τον Δήμο κονδύλια.

Η διαχείριση των στερεών αποβλήτων προϋποθέτει μια σειρά ενεργειών που πρέπει να γίνουν σε συνδυασμό με την εφαρμογή των οδηγιών της Ε.Ε. που συνεχώς γίνονται αυστηρότεροι για την προστασία του περιβάλλοντος.

Σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία από το 2010, δηλαδή σε μόλις 3 χρόνια, θα επιτρέπεται η απευθείας ταφή μόνον του 56% των απορριμμάτων από το 2013 του 35% και μετά το 2020 μόλις το 18%
και δεν γνωρίζουμε αν εν τω μεταξύ δεν προκύψουν ακόμη αυστηρότερες οδηγίες.

Για ένα προγραμματισμό 30ετίας, δηλαδή μέχρι το 2040 ας δούμε τι στερεά απόβλητα θα έχουμε στην Αττική.

Σήμερα η ημερήσια παραγωγή αποβλήτων ανά κάτοικο εκτιμάται στην Χώρα μας σε 1 κιλό, τουλάχιστον για την Αθήνα, στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αμερικής είναι 2 κιλά.

Με την προϋπόθεση μιας συντηρητικής πρόβλεψης για μια 30ετία, πάντα με στόχο το 2040 σε 1,5 κιλό ανά κάτοικο και με πληθυσμό της Αττικής να φθάνει τα 5 εκ. κατοίκους θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε σε όλη την Αττική 1.5 Χ 5000000 = 7500000 κιλά ή 7500 τόνους την ημέρα.

Για τα αμέσως επόμενα χρόνια έχουμε τις 3 ΧΥΤΑ που έχουν προγραμματισθεί να γίνουν, στη Φυλή, την Κερατέα και το Γραμματικό. Υπάρχουν ακόμη εκκρεμότητες για τις δύο τελευταίες θέσεις και για την πρώτη δεν υπάρχει ακόμη σύμβαση , υπάρχει όμως μια προσωρινή λύση του ΕΣΔΚΝΑ στην Φυλή που προβλέπει επάρκεια μέχρι Ιούλιο και μια Β΄ φάση για άλλα δυο χρόνια.

Σημειωτέον οι δύο άλλες ΧΥΤΑ θα μπορούν να δεχθούν μόνον 255000 τόνους τον χρόνο, 700 τόνους την ημέρα, από τους συνολικώς 2000000, (σήμερα 1600000) τον χρόνο ή 5500 τόνους την ημέρα που περιμένουν τα αμέσως επόμενα χρόνια και τους 7500 τόνους την ημέρα στο όχι πολύ μακρινό μέλλον .

Ο προϋπολογισμός του ΕΣΔΚΝΑ στο πλαίσιο του περιφερειακού του σχεδιασμού για ότι παραπάνω περιγράφονται και για άλλα Έργα σχετικά με την κατασκευή μικρών μονάδων ανακύκλωσης, μικρής μονάδας καύσης νοσοκομειακών αποβλήτων, ΣΜΑ (Σταθμών Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων), όπου με την συμπίεση ελαχιστοποιείται το κόστος μεταφοράς στον τελικό προορισμό, και άλλων πολύ απαραιτήτων συμπληρωματικών Έργων φθάνει τα 740 εκ Ευρώ, χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη λύσης του μείζονος προβλήματος του μέλλοντος των αποβλήτων.

Που θα πηγαίνουν αυτά τα απόβλητα όταν κατά την Ε.Ε. μόνον το 18% κατά μέγιστο μπορεί να πηγαίνουν σε ΧΥΤΑ το 2020., δηλαδή τι θα γίνονται τα 82% των 7500, δηλαδή 6000 τόνοι ημερησίως ;;;

Εργοστάσια καύσης μικρής απόδοσης υπήρξαν και υπάρχουν στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ χωρίς τα αέρια και τα υπολείμματα των σε ότι αφορά στις μετρήσεις των να είναι αποδεκτά γιαυτό και η έντονη αντίδραση των οργανώσεων προστασίας του περιβάλλοντος όπως η Greenpeace.

Tόσον στην Ευρώπη όσον και στις ΗΠΑ δεν έχουν ακόμη αντιμετωπίσει το πρόβλημα της καύσης ανάλογα με τις σύγχρονες απαιτήσεις προστασίας του περιβάλλοντος γιατί με τις ΧΥΤΥ και με την διάθεση μεγάλων ελεύθερων εκτάσεων αντιμετώπισαν μέχρι σήμερα το πρόβλημα.

H Ελληνική Greenpiece με έκθεση της το 2005 χρησιμοποιεί στοιχεία του παρελθόντος για να τεκμηριώσει την θέση της κατά της καύσης των αποβλήτων. Είναι γεγονός ότι τα εργοστάσια καύσης τόσον της Ευρώπης όσον και των ΗΠΑ μικρού κατά κανόνα μεγέθους δεν είχαν όταν έγιναν ακόμη την τεχνολογία και την τεχνογνωσία που εφαρμόζεται σήμερα σε ότι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος.

Αντίστοιχα το ίδιο έτος 2005 το Γερμανικό Υπουργείο Περιβάλλοντος Διατήρησης της Φύσης και Πυρηνικής Ασφάλειας δέχεται πλέον σήμερα την καύση με σύγχρονες μεθόδους. Δεν είχε δοθεί κατά το παρελθόν ανάλογη έμφαση στο θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος στις μικρές μονάδος που λειτουργούν από το 1965.

Ενώ για το 2007 στην Γερμανία υπάρχει πρόβλεψη για 72 εργοστάσια καύσης μέσης ημερήσιας απόδοσης τάξεως 600-700 τόνων ανά ημέρα το 1980 κατασκευάσθηκαν 42 εργοστάσια μέσης ημερήσιας απόδοσης 400 τόνων ανά ημέρα.

Δεν πρέπει να ξενίζει το γεγονός των πολλών σταθμών μικρής σχετικώς απόδοσης. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη α) το γεγονός ότι η Γερμανία έχει πολλά αστικά κέντρα όχι πολυπληθή και β) ότι η ζωή ενός αντίστοιχου εργοστασίου είναι τάξεως 25-30 ετών και λόγω της παλαίωσης και λόγω νεοεμφανιζόμενων τεχνολογιών και κανονισμών μεγαλύτερης προστασίας.

Σε άλλες Χώρες όπου το πρόβλημα του χώρου είναι οξύ και τα αστικά κέντρα είναι πολυπληθή αναγκάστηκαν έγκαιρα να κατασκευάσουν εργοστάσια ικανού μεγέθους για τις ανάγκες τους και με τεχνικές λύσεις κατάλληλες για την προστασία του περιβάλλοντος.

Το 1997, 160 Χώρες συμφώνησαν στο Κyoto, και υπέγραψαν σχετικό Πρωτόκολλο να ελαττώσουν τις εκπομπές διοξειδίου άνθρακα CO2, μεθανίου CH4, νιτρώδους οξειδίου N2O, υδροφθοριούχου άνθρακα HFCs, υπερφθοριούχου άνθρακα PFCs και θειούχου εξαφθοριιδίου SF6.

Ειδικά για το CO2 συμφώνησαν να μειωθεί κατά 5% μέχρι το 2012.

Για την αποτέφρωση των αποβλήτων η Ε.Ε. εξέδωσε και σχετική οδηγία 2000/76/ΕΚ που πρέπει να εφαρμόζεται από το 2002 και στην Χώρα μας.

Το ΙΣΤΑΜΕ σε έκθεση του από τον Φεβρουάριο του 2007 αποδέχεται σαν αναγκαία λύση την καύση.

Σήμερα η τεχνογνωσία όπου χρειάζονται εργοστάσια καύσης είναι ικανή να τα αντιμετωπίσει με συγκεκριμένες προδιαγραφές απαιτήσεων.

Η Σιγκαπούρη μια Χώρα με έκταση 700 τετρ. χλμ. και 4200000 κατοίκους είναι σήμερα μια καταπράσινη μοντέρνα Χώρα που έχει αντιμετωπίσει έγκαιρα το πρόβλημα των αποβλήτων της με τις πλέον σύγχρονες μεθόδους καύσης και αποτελεί σήμερα σημείο αναφοράς για μίμηση.

Το πρόβλημα των απόβλητων το έλυσε με συνδυασμό την καλλιέργεια του τρόπου συμπεριφοράς των κατοίκων της ώστε να υπάρχει συνεχής κοινωνική ευαισθησία και πολιτική βούληση.

Η Αττική με έκταση 3800 τετρ. χλμ. και του ιδίου περίπου αριθμού κατοίκων μπορεί τουλάχιστο στο νότιο τμήμα της να ομοιάζει με την Σιγκαπούρη.

Η Σιγκαπούρη έχει σήμερα 4 εργοστάσια καύσης συνολικής ικανότητος 8200 τόνων την ημέρα. Τα εργοστάσια αυτά λειτούργησαν με την εξής σειρά , το 1979, το πρώτο, και τα επόμενα με την σειρά το 1986, το 1992 και το 2000.

Το τελευταίο με ικανότητα καύσης 3000 τόνων την ημέρα είναι το πλέον σύγχρονο. Θεωρείται ως “green plant” γιατί εξοικονομεί πόσιμο νερό χρησιμοποιώντας για τους λέβητες νερό παραγωγής του από εγκαταστάσεις που λειτουργούν με την μέθοδο της αντίστροφης όσμωσης. Εξοικονομείται ποσότητα περίπου 194000 κυβ. μέτρα ετησίως. Το εργοστάσιο παράγει και ηλεκτρικό ρεύμα ισχύος 80 MW. To 80% της παραγωγής αποδίδεται στο δίκτυο της περιοχής και το 20% χρησιμοποιείται για τις ανάγκες του συγκροτήματος. Οι τεχνικές καινοτομίες είναι πολλές και αξιόλογες. Υπάρχουν 4 μεγάλης χωρητικότητας περιστρεφόμενοι σπαστήρες για βελτίωση της απόδοσης γιατί τα απόβλητα φθάνουν σε διάφορα μεγέθη. Στους θαλάμους καύσης αναπτύσσονται μεγάλες θερμοκρασίες τάξεως 1000 και πλέον βαθμών Κελσίου, που είναι και το μυστικό της μη δημιουργίας επικινδύνων αερίων, και χρησιμοποιούνται για την επένδυση τους πλάκες από SiC σαν πυρίμαχη ύλη για να αποφεύγονται οι συχνές συντηρήσεις.

Το κόστος του συγκροτήματος ανήλθε σε 420 εκ. Ευρώ.

Από την καύση ο όγκος των αποβλήτων ελαττώνεται κατά 90% και ένα 10% σε μορφή στάκτης ή μπαζών από κατεδαφίσεις κτιρίων μεταφέρεται σε ειδική χωματερή που έχει ειδικά διαμορφωθεί σε απόσταση 25 χλμ.

Η υπόψη χωματερή έγινε σε ένα μικρό νησάκι με κλείσιμο ενός κόλπου του με μπλοκ 7 χλμ που καλύφθηκε με αδιάβροχη μεμβράνη και θαλασσινή άργιλο για να κρατάει τα υγρά απόβλητα που δημιουργούνται και να προστατεύεται έτσι το θαλάσσιο περιβάλλον. Υπάρχουν πηγάδια εποπτείας της κίνησης των υγρών αποβλήτων και εργοστάσιο επεξεργασίας των. Τα στερεά απόβλητα που προέρχονται από μπάζα και η στάκτη της καύσης μεταφέρονται στην υπόψη χωματερή με φορτηγίδες. Μπορεί να χωρέσει 63 εκ. μέτρα αποβλήτων, καλύπτει επιφάνεια 3.5 τετραγωνικά χιλιόμετρα και θα επαρκέσει για 25 χρόνια. Είναι χωρισμένη σε κύτταρα και αποτελεί αξιοθέατο Έργο σε ότι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και έχει πολλούς τουρίστες επισκέπτες που πάνε για ψάρεμα ή για τα πολυπληθή πουλιά που βρίσκουν εκεί καταφύγιο.

Το κόστος αυτής της χωματερής ανήλθε σε 285 εκ. Ευρώ.

Άλλες Χώρες που διαθέτουν μεγάλες μονάδες καύσης αποβλήτων είναι η Αυστραλία, , το Χονγκ-Κονγκ, η Νότιος Κορέα Ιαπωνία και η Ταϊβάν.

Η Ινδονησία που έχει ήδη μικρές μονάδες καύσης έχει αποφασίσει για την Τζακάρτα να αντιγράψει την ως άνω μονάδα της Σιγκαπούρης και προτίθεται να εγκαταστήσει 4 μονάδες των 2000 τόνων ανά ημέρα κατά το τρέχον έτος 2007.

Εξ άλλου η Σιγκαπούρη παρήγγειλε ήδη από το 2005 νέα μονάδα 800 τόνων ανά ημέρα με σύγχρονη παραγωγή 20 MW και με έτος προβλεπόμενης λειτουργίας το 2009, προφανώς για να αντικαταστήσει την πρώτη μονάδα του 1979 που συμπληρώνει τα 30 χρόνια.

Στις ΗΠΑ από το 2003 υπάρχουν πολλές μικρές μονάδες καύσης που δημιουργούν πολλά προβλήματα στο περιβάλλον και προς στιγμήν φάνηκε ότι η καύση των αποβλήτων δεν θα συνεχιζόταν λόγω μόλυνσης του περιβάλλοντος. Αλλά η σωστή καύση είναι η μόνη λύση του προβλήματος.

Η EPA (Environment Protection Agency) είναι η Κρατική Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ, που από το 2003 εξετάζει την ανάγκη ύπαρξης μεγάλων μονάδων καύσης αποβλήτων και εξετάζει τις προϋποθέσεις που πρέπει να υπάρχουν για την προστασία του περιβάλλοντος και καθησυχάζει τις οργανώσεις προστασίας αναφέροντας ότι με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες πάνω από 1000 βαθμούς Κελσίου και άλλες ρυθμίσεις οι εκπομπές επικινδύνων αερίων, τοξικών αποβλήτων και διοξινών είναι αμελητέες σε σύγκριση με άλλες πηγές.

Με θεώρηση όλων των παραπάνω η καύση των αποβλήτων σε μεγάλα αστικά κέντρα είναι αναγκαία και δε υπάρχει άλλη λύση με την προϋπόθεση ότι ακολουθείται η σύγχρονη τεχνογνωσία. Δυστυχώς δεν υπάρχει άλλη τεχνικοοικονομική λύση και αυτή η μονοσήμαντη λύση είναι οπωσδήποτε αναγκαία και ακριβή.

Πρόταση

Έχοντας υπόψη ότι οι ΧΥΤΑ πολύ σύντομα θα πρέπει να καταργηθούν από τις απαιτήσεις της Ε.Ε. που έχει τρόπους να τις επιβάλλει, στην Αττική θα πρέπει να υπάρξουν εργοστάσια καύσης ως εξής.

2010 ταφή 56% καύση 44%
2013 ταφή 35% καύση 65%
2020 ταφή 18% καύση 82%

Με προβλεπόμενες ως ανωτέρω ποσότητες που θα υπάρχουν από 5500-7500 τόνους ημερησίως πρέπει το 2010 να υπάρχει μια μονάδα απόδοσης τουλάχιστον 2000 τόνων ανά ημέρα, το 2013 άλλη μια όμοια μονάδα και το 2020 άλλη μια των 2000.

Οι προγραμματισμένοι ΧΥΤΑ από τώρα μπορεί να προβλεφθεί να χρησιμοποιηθούν και για τα κατάλοιπα των εργοστασίων καύσης και τα μπάζα. Με κατάλληλη διαμόρφωση τους σε κύτταρα αυτοί οι ΧΥΤΑ μπορούν να αποδίδονται στο κοινό σαν χώροι ψυχαγωγίας.

Αν αυτό δεν καταστεί δυνατόν να πραγματοποιηθεί στους συγκεκριμένους χώρους που έχουν επιλεγεί θα πρέπει παράλληλα με τα εργοστάσια καύσης να εξασφαλίζονται και οι ανάλογες κατάλληλες χωματερές.


Δυστυχώς για τον πρώτο αναγκαίο σταθμό ο εναπομένων χρόνος είναι ανεπαρκής και πρέπει να ληφθούν αποφάσεις με σύντομες διαδικασίες. Αλλά και οι άλλες προτάσεις απαιτούν σύντομες διαδικασίες.

Οι ως άνω προτάσεις υποβλήθηκαν τον Απρίλιο του 2007 στους αρμόδιους Υπουργούς ΥΠΕΧΩΔΕ και ΥΠΕΣΔΔΑ και στον Δήμαρχο των Αθηναίων, επίσης τον Οκτώβριο του 2007 στον Επίτροπο Περιβάλλοντος της Ε.Ε. που είναι Έλληνας και τέλος τον Νοέμβριο του 2007 στο Γραφείο του Πρωθυπουργού.











Συνημμένα που ελήφθησαν υπόψη για την παρούσα μελέτη – έρευνα και για να διατυπωθούν οι προτάσεις είναι τα εξής :

Υγρά απόβλητα

- ΚΕΛ Κέντρο Επεξεργασίας Λυμάτων Ψυτάλλειας, ΕΥΔΑΠ
- Ανακοίνωση ΥΠΕΧΩΔΕ για την υπογραφή της σύμβασης για την ξήρανση της λυματολάσπης Ψυτάλλειας
- Λυματολάσπη τέλος
- Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων
- Μεσόγεια 2006, Μεζονέτες χωρίς αποχέτευση

Στερεά απόβλητα

- Σύγχρονο μέθοδοι μηχανικής ανακύκλωσης κομποστοποίησης
- Διαχείριση στερεών αποβλήτων από ΙΣΤΑΜΕ
- ΧΥΤΑ από ΕΣΔΚΝΑ
- Εργοστάσιο μηχανικής ανακύκλωσης κομποστοποίησης
από ΕΣΔΚΝΑ
- Προγραμματισμός Έργων από ΕΣΔΚΝΑ
- Συνέντευξη Πρόεδρου του ΕΣΔΚΝΑ
- Μόνο ΧΥΤΑ στις 3 περιοχές λέει το ΥΠΕΧΩΔΕ , Καθημερινή
- Στο Θριάσιο όλα τα σκουπίδια και τα επόμενα χρόνια, Ριζοσπάστης
- Ανακοίνωση τύπου του ΥΠΕΧΩΔΕ, Νοέμβριος 2005 για το θέμα της λειτουργίας του ΧΥΤΑ Άνω Λιοσίων
- Τι είναι ΧΥΤΑ
- Τ.Ε.Ε., Χωματερές λάθος ο Εθνικός σχεδιασμός
- Το χρόνιο πρόβλημα των χωματερών, Καθημερινή
- ΥΠΕΣΔΔΑ Ομιλία Καθηγητού κ. Προκ. Παυλόπουλου για την διαχείριση των απορριμμάτων
- Η χωματερή πάει παραλία , Τα Νέα
- Κάθε χρόνο 400 στρέμματα στην Ελλάδα γίνονται ΧΥΤΑ, Καθημερινή

Καύση αποβλήτων

- Καύση, ανακύκλωση, κομποστοποίηση, Καθημερινή
- Τύποι καύσης από Greenpeace
- Καύση αποβλήτων, ακριβή, αναποτελεσματική, Greenpeace
- Καύση αποβλήτων, Greenpeace
- Αποτέφρωση αποβλήτων, Οδηγία 2000/76/ΕΚ
- Καύση των αποβλήτων του Κόσμου, Der Spiegel
- Καύση αποβλήτων, είναι ένας πιθανός κίνδυνος ;; Υπουργείο Περιβάλλοντος,, Διατήρησης της Φύσεως, και Πυρηνικής Ασφάλειας, Σεπτ. 2005
- Καύση επικινδύνων αποβλήτων, Κυβερνητική Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος,
- Διαχείριση αστικού και βιομηχανικού περιβάλλοντος, Υπουργείο Εξωτερικών Σιγκαπούρης κλπ. 612 Ιουνίου 2006
- Νέα χαρακτηριστικά στο μεγαλύτερο και νεώτερο εργοστάσιο καύσης της Σιγκαπούρης, από Υπουργείο Περιβάλλοντος, 22/11/2000
- Γενική περιγραφή από το Υπουργείο Περιβάλλοντος της Σιγκαπούρης για το περιβάλλον και την δημόσια υγεία, 2000
- Απόβλητα, λιγότερα ανακύκλωση, από το Υπουργείο Περιβάλλοντος της Σιγκαπούρης 2000
- Χωματερή του Semakau, για τα υπολείμματα του εργοστασίου καύσης και τα μπάζα, 3 Νοεμβρίου 2004
- Το εργοστάσιο καύσης στο Τuas South της Σιγκαπούρης, 10 Νοεμβρίου 2004
- Το νέο εργοστάσιο καύσης της Σιγκαπούρης των 800 τόνων, 14 Νοεμβρίου 2005
- Η Τζακάρτα αντιγράφει τα σχέδια των γειτόνων, Πρεσβεία της Δημοκρατίας της Ινδονησίας στην Οτάβα,





ΑΛΛΕΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ

‘ΔΙΑΧΕΙΡΗΣΗ’ ΣΤΕΡΕΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

www.istame-apapandreou.gr/files/pdf/apovlita.pdf

An Overview of Incineration and EFW Technology as Applied to the Management of Municipal Solid Waste (MSW)

www.oneia.ca/files/EFW%20-%20Knox.pdf

Summary of the Profu-study “Evaluating waste incineration as treatment and energy recovery method from an environmental point of view” conducted on behalf of Confederation of European Waste-to-Energy Plants, 2004

www.cewep.eu/storage/med/media/press/28_profuslides.pdf?fCMS=048192ce1187c6ddb188034d7ccd365b

ΧΩΡΟΙ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΑΦΗΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ (Χ.Υ.Τ.Α.)

Sanitary Landfill of West Attica - Athens

www.esdkna.gr/pages/xyta2.htm

Annual Report 2000 Ministry of the Environment. 5. Overview.
As a city-state, Singapore presents a unique case. study in environmental management.

www.nea.gov.sg/cms/ccird/pg_4_11.pdf

Annual Report 2000 Ministry of the Environment. 35. Solid Waste .... sector and part of the Eastern sector of Singapore. from 1 Jan 2001 onwards

www.nea.gov.sg/cms/ccird/pg_34_41.pdf

United Nations, Environment,Programme
Summary of the results of four case studies on regional and subregional centres for capacity-building and technology transfer under the Stockholm Convention

http://www.pops.int/documents/meetings/cop_1/meetingdocs/en/cop1_30/COP_1_30e.doc

Management of Residues from Waste Incineration in Europe, Febr. 2006


February, 2006


European Commission DG ENV
News Alert
02 February, 2006


Management of Residues from Waste Incineration in Europe.


The EU waste strategy gives top priority to waste prevention, followed by treatment measures such as recycling, reuse,incineration (with energy recovery), and as a last resort, landfilling.


Precluding the increasing quantities of municipal waste from landfilling is forecasted to lead to an increase in the volume of incinerated waste across the EU and expand the related recycling market.


Recent developments in waste management options have focused on recycling and reuse of solid incineration residues (i.e. bottom ash, fly ash, and air pollution residues), namely for construction purposes. The major environmental concern is the leaching of heavy metals (mainly Cu, Pb, and Zn) that are present in such residues.


Consequently, heavy metal leaching properties of the residues must be tested by leaching tests and compared to the established limit values.


However, the recycling of incineration residues is not yet regulated at the European level thus management practices, including the choice of leaching tests for incineration residues, vary substantially among different countries.


In a recent study, Belgian researchers have compared the existing legislation on recycling and landfilling of bottomash, fly ash and air pollution residues in Flanders and Wallonia (Belgium), The Netherlands, Germany, and France.


They have also assessed the differences in the use of heavy metal leaching tests and limit values in different countries.


Contrary to Flanders, the recycling of bottom ash is specifically regulated in Wallonia, France, Germany and The Netherlands. In order to facilitate the recycling option, the limit values for heavy metal leaching in these countries are generally less stringent compared to the limit values required for recycling of other waste types. Furthermore, the treatment measures to reduce leaching before recycling are performed on regular and standardised bases.


In Flanders, no specific limit values exist for bottom ash. The treatment measures are not a standard procedure which makes the Flemish market for bottom ash recycling very restricted.


As a result, in 2001, 54 000 tons of mainly treated bottom ash was exported from Flanders to the Netherlands and 17 000 tons to Germany.


With respect to leaching tests, two main tests- column and extraction tests are applied, but their use is not homogenised, e.g. the Netherlands use a column test, France uses an extraction test, and Flanders uses both.


Since limit values for recycling are determined on the basis of the tests, their comparison between countries is rather difficult. Nevertheless, the researchers were able to compare the limit value for bottom ash within one particular type of leaching test. The comparison showed that a given bottom ash residue could be recycled in the Netherlands and France, while it would need further treatment in Flanders, Wallonia, and Germany.


Based on these findings, the authors conclude that the existing differences in legislation between the European countries may lead to both legal and illegal transport of important quantities of waste between the countries. They suggest that in order to prevent the possibly negative impacts of such activities on the environment and human health, the harmonization of legislation on the EU level is needed. As the market for recycling is likely to expand both nationally and internationally, the scientists highlight the need for the development and implementation of a European legislation on recycling of the residues of solid municipal waste incineration.


Source: Van Garven, T. et al. (2005) “Management of incinerator residues in Flanders (Belgium) and in neighbouring countries.


A comparison”, Waste management 2: 75-87.
Contact: thomas.vangerven@cit.kuleuven.ac.be


Theme(s): Waste


Opinions expressed in this News Alert do not necessarily reflect those of the European Commission.


Recycling of incineration residues from municipal solid waste is predicted to expand in the EU in the near future. A recent comparison of recycling legislations in EU countries has shown that management practices for incineration residues are very different in different jurisdictions. Such
discrepancy in legislations may lead to important legal and illegal transport of waste across Europe. This highlights the need for a legislation on recycling of incineration waste residues at the EU level.

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2007


Waste Incineration — A Potential Danger?
Bidding Farewell to Dioxin Spouting

In the eighties of the previous century, waste incineration plants (WIPs) came to be the symbol of environmental contamination: citizens were beginning to put up a fight against the throw-away society and 'dioxin spouting' on the outskirts of cities. That protest was a success. Today, more than half of all household waste (55%) is recycled as bio-waste, waste paper, waste glass, or packaging waste. Since June 1, 2005, untreated waste is no longer landfilled.


And because of stringent regulations (cf. the chapters at the end of this paper), waste incineration plants are no longer significant in terms of emissions of dioxins, dust, and heavy metals. And this still applies even though waste incineration capacity has almost doubled since 1985 (cf. Table 1).
Year Number Capacity, in 1,000 tonnes per year (1,000 t/a)
1965 7 718
1970 24 2,829
1975 33 4,582
1980 42 6,343
1985 46 7,877
1990 48 9,200
1995 52 10,870
2000 61 13,999
2005 66 16,900
2007 72 17,800


Table 1: Waste incineration capacity in Germany

Source: Federal Environmental Agency, 2005

Dioxins and Furans
Dioxin from waste incineration plants reduced to one thousandth Emissions of toxic contaminants from waste incineration have been drastically reduced since 1990. Total dioxin emissions from all 66 waste incineration plants in Germany has dropped to approx. one thousandth as a consequence of the installation of filter units stipulated by statutory law: from 400 grams (cf. explanation below) to less than 0.5 grams.

In other industries, too, there have been marked declines in dioxin emissions:
in metal extraction and processing, for instance, from 740 to 40 grams — approx. one twentieth.


The decline, however, has nowhere been as drastic as in the incineration of household waste.


The consequence is that whereas in 1990 one third of all dioxin emissions in Germany came from waste incineration plants, for the year 2000 the figure was less than 1%. Chimneys and tiled stoves in private households alone discharge approximately twenty times more dioxin into the environment than waste incineration plants1. This is also evident from the fact that in winter airborne dioxin loads are up to five times higher than in summer when heating systems are out of operation2. The most extensive dioxin emissions, however, are attributable to metal extraction and processing.

Emissions per year in g TU (toxicity units)
1990 1994 2000
Metal extraction and processing 740 220 40
Waste incineration 400 32 0.5
Power stations 5 3 3
Industrial incineration plants 20 15 <10>
Domestic firing installations 20 15 <10>
Traffic 10 4 <1>
Crematoria 4 2 <2>
Total emissions, air 1,200 330 <<70>
Table 2: Dioxin emission sources in Germany, annual dioxin loads, in grams per toxicity unit (g TU);

data for the year 2000 are estimates by the Federal Environmental Agency. Explanatory

Note: 'Dioxins' and 'furans' are generic terms for a group of more than 200 individual chemical compounds, all of which are of different toxicity.

They cause chloric acne and are cancerogenic.

Dioxins and furans will form spontaneously from chlorine atoms, carbon that has not been fully oxidised, and various catalysts in cooling smoke; hence, the process is the same for waste incineration plants and tiled stoves alike.

Each of the 200 dioxin and furan compounds is of a different degree of toxicity; for that reason, their so-called toxicity units (TUs) are determined and summarised into units of grams per toxicity unit (g TU).


2 Cf. the Third Report on Environmental Dioxin Loads, Chapter 6, Air, by a study group comprised of members of German federal and state administrations; according to that report, emissions from domestic heating will build up especially during low-exchange weather situations.

4 Cancerogenic Toxicants / Fine Dust Without waste incineration plants, there would be more toxicants in the air Dioxins are formed in the smoke gases of fires; it is only in very small proportions that they occur in waste from the very beginning. Arsenic, cadmium, nickel, and other cancerogenic toxic heavy metals, on the other hand, enter waste incineration plants together with waste.

In order to prevent them from leaving any waste incineration plant via its chimney, under the 17th Ordinance on the Implementation of the Federal Immission Control Act ("17th BImSchV") expensive filtering devices were installed by 1996.

The result: prior to 1990, contaminants of a toxicity comparable to that of 188 tonnes of arsenic were distributed into the air; today3, at least 3 tonnes are extracted from the air. Admittedly, this is an idea that needs some getting used to. But that credit is a result of the power and heat generation produced by the incineration of household waste

4. If that energy were generated using traditional power stations, there would be three more tonnes of toxicant in the air. The same is true for particulate matter. Prior to 1990, all waste incineration plants taken together were still emitting 25,000 tonnes of dust (or a maximum of 30 milligrams per cubic metre [mg/m³] of exhaust air).

In 2001, that figure dropped to less than 3,000 tonnes. At present, waste incineration plants may emit a maximum concentration of 10 mg/m³ of dust in their flue gas; in practice, however, that figure is usually approx. 1 mg/m³. If we include in the calculation avoided emissions of particulate matter by traditional power stations, the emissions prevented will total approx. 5,000 tonnes5.

In any event, compared with the 171,0006 tonnes of fine dust emitted annually in Germany, waste incineration plants are of no consequence.

3 The Institute of Energy and Environmental Research: (German abbreviation, "IFEU"): The Contribution of Waste Management to Sustainable Development in Germany, November 2004 — a study commissioned by the Federal Environment Office.

Abbreviation used below: "IFEU 2004".

4 IFEU 2004, p. 88.

5 According to IFEU 2004, p. 51, table 3-2, and IFEU 2004, p. 90, illustration 4-8.

6 Reducing emissions of particulate matter — a public-health concern. Cf. U. Lahl, W. Steven, Hazardous Substances — Keeping the Air Clean, Issue 7/8 — 2004, p. 326, table 2. 5 Explanatory

Note: Arsenic is approx. twice as toxic as cadmium, five times as toxic as chromium, and 500 times as toxic as benzene. To find one single standard for the toxicity of cancerogenic heavy metals and organic compounds, individual toxicity values are converted into values for arsenic. Two kilograms of cadmium are as toxic as one kilogram of arsenic, or are equal to one kilogram of arsenic equivalent.

The toxicity of dioxins, too, is 'converted' to that of arsenic, and included in this paper. The equivalence model has been taken over from climatologists, who work using CO2 equivalents. Non-Cancerogenic Toxicants Other heavy metals, such as lead and mercury, are also retained in the filtering devices of waste incineration plants. Unlike the substances mentioned above, they are non-cancerogenic (cf. explanation below).

Whether or not they are poisonous for human beings will depend on whether they reach their thresholds of effectiveness. For these substances, too, there has been an impressive decline in emissions: whereas in 1990, emissions amounted to as much as 57,900 kilograms (kg) of lead and 347 kg of mercury from the incineration of household waste, the respective levels declined to 130.5 kg (equivalent to 0.2% of initial emissions) and 4.5 kg (1.3% of initial emissions) in the year 20017.

Thus, lead and mercury emissions from the incineration of household waste are also no longer significant for human exposure to emissions of toxic substances. It is true that there are no very recent figures as to the amounts of lead and mercury emissions for 2005, but according to information from the Federal Environmental Agency, emissions by all polluters — from passenger cars to heating plants — have been 624,000 kg for lead, and 31,000 kg for mercury

8. Hence, that would be a thousand times the emissions produced by waste incineration. What, however, is the situation for people who live in the vicinity of waste incineration plants? In the case of new waste incineration plants, and upgraded waste incineration plants, concentrations of airborne toxic heavy metals, even 7 IFEU calculation based on measured emission values and information from operators, in mg/m³ exhaust air; cf. IFEU 2004, page 51, table 3-2.

8 Statements for mercury and lead in 1995 are based on the Federal Environmental Agency's research report 94- 104 03 524,

"The Development of Heavy-Metal Emissions in the Federal Republic of Germany from 1985 to 1995"; www.umweltbundesamt.de/luft/emissionen/bericht/aktuelle_daten/schadstoffe/daten_

schwermetalle/schadstoff_ schwermetalle_prio.pdf.

6 in the immediate vicinities, are so low that they will reach one to two percent of the effectiveness threshold at the most

9. Explanatory Note: For toxicants, certain dosages are required so that toxic action can take effect. Below such a threshold value, toxicants are usually harmless, and may even be of a healing nature. A toxicant is "a substance that may inflict harm on living organisms through metabolic processes". In the present case, we take lead and mercury as representative of all non-cancerogenic heavy metals. Cancerogenic substances may, even in extremely low concentrations, cause tumours. Together with dosages and periods of exposure, (only) the likelihood of cancer will vary but, strictly speaking, cancerogenic substances are never really harmless. German Law Practice outperforms the law With the Ordinance under the Federal Immission Control Act on Incinerators Facilities for Waste and Similar Combustible Materials — the "17th BImSchV" — a regulation took effect on 1 December 1990 which laid down emission limit values for waste incineration plants in Germany which were the most stringent in the world. This was particularly true for dioxins, furans and heavy metals. This had become necessary because in some cases dramatic pollutant concentrations were being measured in the exhaust air of waste incineration plants ("WIPs"): in individual cases, up to 400 nanograms per toxicity unit (ng TU) of dioxin per cubic metre of exhaust air. And there were several types of particulate matter and all conceivable heavy metals. Through waste incineration, the pollutants were distributed evenly from the waste into the atmosphere. Within a transitional period of six years, existing plants were required to be either upgraded or decommissioned. New facilities were required to comply with the specified limits from the very beginning. In addition, stringent requirements as to emissions monitoring were already in place. There were specifications as to minimum temperatures and minimum retention periods for contaminants in combustion furnaces, to enable pollutants to be destroyed

9 Experiences gained from dispersal calculation in the course of approval procedures, according to unpublished information from IFEU. 7 completely. These requirements have remained in force up to the present day, in both European and German law. Since 1996 at the latest, all facilities have complied with stringent emissions requirements. Dioxin is only permitted in exhaust air up to a concentration of 0.1 ng TU per cubic metre. Requirements as to levels of heavy metals, dusts, and acid gases such as sulphur dioxide, hydrogen chloride, etc., have been similarly tightened, and theses gases are consequently no longer relevant in terms of public health. For many contaminants, limits applicable to waste incineration plants are more stringent than would be possible for other state-ofthe- art facilities subject to Technical Instructions on Air Quality Control ("TA Luft") or the Ordinance on Large Firing Installations ("13th BImSchV"). Contaminant "TA Luft", General Requirements 13th BImSchV Large Firing Installations for, e.g., coal >300 megawatts
17th BImSchV
for WIPs
Real WIPs,
measured
values
Organic substances (C,
total)
50 — 40 1
Carbon monoxide (CO) — 200 50 10
Hydrogen chloride (HCI) 30 not relevant 10 1
Hydrogen fluoride (HF) 3 not relevant 1 0.1
Sulphur dioxide (SO2) 350 200 50 1.5
Nitrogen oxides (NO2) 350 200 10 1
Particulate matter (dust) 20 20 10 1
Dioxins 0.1 ng TU — 0.1 ng TU 0.005 ng TU
Dioxins in facilities of the
metal industry
0.4 ng TU — — —
Table 3: A comparison of exhaust air values under the "General Requirements as to Emissions
Limitation" of TA Luft, 13th BImSchV, and 17th BImSchV10, as well as from values measured at
real installations, in mg/m³, unless otherwise stated.
As regards limits for dioxins and other contaminants relevant to health, TA
Luft and the 17th BImSchV have meanwhile attained equal significance. The
metal industry is an exception here, and for this reason too is now by far the
largest dioxin emission source. The table also demonstrates that in waste incineration
plants emissions for all pollutants currently fall well below the limit
values of the 17th BImSchV. The Heidelberg-based Institute for Energy and
Environmental Research ("IFEU") investigated the 'real' emission data of just
under half of all incineration plants in Germany and found figures of between
0.001 and 0.01 ng TU per cubic metre of exhaust air for dioxin; i.e. between
10 Cf. www.bayern.de/lfu/abfall/einwirk/emi2.htm, and "TA Luft".
8
one tenth and one hundredth of the emission limit value. For Germany, the
IFEU expects an average dioxin concentration of only 0.005 ng TU per cubic
metre of exhaust air. From this, the IFEU has computed total emissions from
household waste incineration of 0.2 g TU for the year 200111; the Federal
Environmental Agency estimates 0.4 g TU for the year 2000. While the figures
stated by IFEU and the Federal Environmental Agency deviate slightly from
each other, they are within the same order of magnitude.
European Law
Co-incineration now subject to waste incineration requirements
The 17th BImSchV was a major influence behind the EU Directive of the year
2000 on the incineration of waste. The Directive specifies consistent limits for
waste incineration plants Europe-wide. For the co-incineration of waste in
industrial firing plants, the Directive's requirements are clearer and more
stringent than those of the German regulation of 1990. The Directive must be
implemented by all Member States, and will ensure that waste incineration and
co-incineration meet the highest standards of immission control legislation on a
European scale as well.
Therefore, the 17th BImSchV was last amended in August 2003. One effect of
the "Directive on the Incineration of Waste" (Directive 2000/76/EC) of
December 2003 is that the stringent limit values in the 17th BImSchV will also
apply to cement kilns or power stations where household waste replaces the
fuels coal or oil.
Large industrial firing installations and, in particular, cement kilns have for a
long time incinerated discarded tyres or used oil, and thus replaced fossil oil —
the term "thermal recovery" is justified here. In future, depositing untreated
waste in landfills will no longer be permitted. For that reason, it is expected
that in addition to discarded tyres, individual substances with a high calorific
value, or mixtures of such substances from household waste will be offered to
power stations and cement plants for incineration — also an appropriate type of
thermal recovery. In addition to cement plants, metal blast-furnace processes
(for pre-sorted plastics) and coal-fired power stations are also being
considered.
11 IFEU-computed pursuant to combustion calculation for WIPs, using emission factors for dioxin (IFEU 2004,
table 3-2, p. 51) and the amounts of household waste in the WPI (9 million tonnes, IFEU 2004, table 2-18, p.
41)
9
The adaptation of the 17th BImSchV to European law now guarantees that
even these facilities will be required to meet the stringent limit values
applicable to waste incineration. It would appear, however, that at present,
coal-fired power stations in particular are not especially keen on processing
waste. As fuel, household waste and parts thereof is difficult to calculate:
chlorine proportions may be high; the hydrochloric acid that would form might
destroy the expensive boilers of power stations. The exact gross calorific value
is not known in advance, and transportation, storage, and dosage of wastederived
fuel — unlike that of coal dust for instance — would be difficult, and
require capital expenditure on new technology. For these reasons, it has been
impossible so far to predict the extent to which such waste will find its way
into power stations. This might change when trading in CO2 emission rights is
fully underway.
Explanatory Note:
Until August 2003, the following was applicable to co-incineration: if
approximately one quarter of waste and three quarters of fuel (coal, oil, etc.)
were used, then the stringent 17th BImSchV would apply to one quarter of the
exhaust gas (in relation to heat input), and the less stringent 13th BImSchV to
three quarters. Thus, the entire installation was in practice subject to an
averaged limit value (calculation using a compound formula). According to the
amended 17th BImSchV of August 2003, especially contaminants relevant to
health (for instance, heavy metals and dioxins) are subject to the same limit
value as the mono-incineration of waste. Where untreated, mixed municipal
waste is used, the same limit values applicable to mono-incineration will apply
in principle to all parameters, irrespective of the quantities used

Χωματερές: λάθος ο εθνικός σχεδιασμός , Φεβρ. 2007


ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΕΕ


Χωματερές: λάθος ο εθνικός σχεδιασμός


Τι είναι οι επτά Ολοκληρωμένες Εγκαταστάσεις Διαχείρισης Απορριμμάτων οι οποίες

θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους 130 και πλέον ΧΥΤΑ


ΜΑΧΗ ΤΡΑΤΣΑ


ΣΤΟΝ ΚΑΛΑΘΟ των αχρήστων πετούν οι επιστήμονες τον εθνικό σχεδιασμό για τη διαχείριση των απορριμμάτων. Το Λεκανοπέδιο πνίγεται στα σκουπίδια. Ο ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων που εδώ και δεκαετίες «καταπίνει» καθημερινά χιλιάδες τόνους απορριμμάτων, βάζει οριστικά και αμετάκλητα λουκέτο, ως το καλοκαίρι, λόγω υπερκορεσμού. Και ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Γ. Σουφλιάς πιέζει τους δημάρχους της Φυλής, του Γραμματικού και της Κερατέας να δεχθούν, έστω και την ύστατη ώρα, τη λειτουργία Χώρων Υγειονομικής Ταφής στις περιοχές τους γιατί δεν υπάρχει άλλη λύση.


«Ποια λύση; Μια τρύπα στο νερό είναι».


Οι επιστήμονες είναι κατηγορηματικοί και με έκθεσή τους, που παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα», αποδεικνύουν ότι όλος ο σχεδιασμός είναι λανθασμένος. Τόσο στην Αττική όσο και σε άλλες περιοχές της χώρας, θα είχαμε γλιτώσει από τις εντονότατες κοινωνικές αντιδράσεις, τις πολλαπλές προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), τις καθυστερήσεις, τις απώλειες ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, την αστοχία στην προστασία του περιβάλλοντος και τις υπέρμετρες δαπάνες, αν οι 130 και πλέον ΧΥΤΑ που προτείνουν οι περιφερειακοί σχεδιασμοί περιορίζονταν σε μόλις επτά


Ολοκληρωμένες Εγκαταστάσεις Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΟΕΔΑ) για αερόβια μηχανική και βιολογική επεξεργασία! Μάλιστα αυτές οι επτά μονάδες, όπως εξηγούν οι επιστήμονες που μετείχαν στην ομάδα εργασίας του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΤΕΕ), θα ήταν οικονομικά και περιβαλλοντικά πιο αποδοτικές και σύμφωνες με τις απαιτήσεις που απορρέουν από τις οδηγίες της ΕΕ.


Ειδικά αν συγκριθούν με άλλες νέες τεχνολογίες που προωθούνται τα τελευταία χρόνια (π.χ. σε Πελοπόννησο, Κρήτη και Αττική), όπως η βιολογική ξήρανση, η πυρόλυση ή η αεριοποίηση. Οι ειδικοί δεν αποκλείουν πάντως υπό προϋποθέσεις, τη συμβατική καύση - παρά τις αντιδράσεις που προκαλεί και μόνο το άκουσμα της λέξης - και αναφέρουν ότι με αυτόν τον τρόπο διαχείρισης οι μονάδες που θα εξυπηρετούσαν όλη την ηπειρωτική Ελλάδα θα μπορούσαν να περιοριστούν σε τρεις! Και αυτό βέβαια σημαίνει ότι τέτοιες εγκαταστάσεις μόνο εκτός αστικού ιστού μπορούν να λειτουργήσουν.


Τη δραματική υστέρηση των μέτρων διαχείρισης στην Ελλάδα - τη χώρα με τις εκατοντάδες ανεξέλεγκτες χωματερές, την ελάχιστη ως μηδενική ανακύκλωση ή επαναχρησιμοποίηση υλικών - αναδεικνύει η έκθεση της ομάδας εργασίας του ΤΕΕ με τίτλο «Διαχείριση Στερεών Αποβλήτων στην Ελλάδα / Η περίπτωση της Αττικής».


Οι ειδικοί βλέπουν να έρχονται βαριά πρόστιμα από την Ευρωπαϊκή Ενωση, εξαιτίας κακής εφαρμογής της Οδηγίας 94/62 για τις συσκευασίες και τα απορρίμματα συσκευασίας.


Ο κίνδυνος να αρχίσει η διαδικασία παραπομπής της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο είναι άμεσος, καθώς όπως εκτιμάται, στα επόμενα δύο χρόνια δεν θα επιτευχθεί ο εθνικός στόχος ανακύκλωσης για το 2005 με τη σημερινή ετήσια κατά κεφαλήν συλλογή αποβλήτων συσκευασιών, την υπάρχουσα μεθοδολογία και τον ρυθμό υλοποίησης των έργων. Σύμφωνα με στοιχεία του ΥΠΕΧΩΔΕ, ανακυκλώνεται μόλις το 14% των απορριμμάτων, αν και περιβαλλοντικές οργανώσεις επιμένουν ότι το ποσοστό είναι πιο μικρό.


Την ίδια στιγμή, ακόμη λειτουργούν 776 χωματερές, οι οποίες πρέπει να κλείσουν ως τα τέλη του 2008. Οι ανενεργές χωματερές φτάνουν τις 1.850, από τις οποίες οι 615... αποκαθίστανται με ευθύνη των δήμων. Περί τις 552, που θεωρήθηκε ότι είναι δύσκολο να αποκατασταθούν, έχουν ενταχθεί σε κοινοτικά προγράμματα.


«Ο στόχος που έχει τεθεί στον Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΕΣΔΣΑ) για εξάλειψη και αποκατάσταση των ΧΑΔΑ μέχρι 31.12.2008 - σημειωτέον ότι θα πρέπει και τα έργα Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων που υλοποιούνται να έχουν αποπερατωθεί μέχρι το 2008 - είναι πλέον δυσεκπλήρωτος» αναφέρει χαρακτηριστικά η ομάδα του ΤΕΕ στην έκθεσή της.


Η υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα, όπου τα απορρίμματα συνιστούν ακόμη απειλή για την υγεία και μία από τις κύριες πηγές περιβαλλοντικής υποβάθμισης, τόσο στον αστικό όσο και στον αγροτικό χώρο, μπορεί να αλλάξει, λένε οι ειδικοί, με διαδικασίες και μεθόδους αποδεκτές τόσο από περιβαλλοντικής όσο και από τεχνικής και οικονομικής πλευράς.


Σήμερα ελάχιστη πρόοδος παρατηρείται στην υλοποίηση των προβλεπομένων από τους Περιφερειακούς Σχεδιασμούς εγκαταστάσεων επεξεργασίας, με αποτέλεσμα να κατασκευάζονται μόνο οι ΧΥΤΑ, και αυτοί με αργούς ρυθμούς.


Η Ομάδα Εργασίας διερευνώντας τις νέες τεχνολογίες επεξεργασίας των στερεών αποβλήτων, κατέληξε ότι η πλέον συμφέρουσα λύση για τη διαχείριση των απορριμμάτων είναι η αερόβια μηχανική-βιολογική επεξεργασία. Αποτελεί μία από τις φθηνότερες, διαχειριστικά καταλληλότερες και περιβαλλοντικά προτιμότερες μεθόδους επεξεργασίας των στερεών αποβλήτων. Προϋποθέτει ανάκτηση κομπόστ (από την επεξεργασία των οργανικών σκουπιδιών, τα οποία αποτελούν και το μεγαλύτερο μέρος των απορριμμάτων) σε συνδυασμό με ανάκτηση ανακυκλώσιμων υλικών όπως χαρτί, πλαστικό και μέταλλα ή παραγωγή και ενεργειακή αξιοποίηση του RDF (υλικό που μπορεί να παράγεται από το χαρτί και το πλαστικό, τα οποία δεν ανακυκλώνονται). Σύμφωνα με τους επιστήμονες η συγκεκριμένη τεχνολογία είναι συμβατή με τους στόχους του Πρωτοκόλλου του Κιότο και οικονομική.


Το πρόσθετο κόστος - όπως τεκμηριώνεται στην έκθεση - για την απλή προεπεξεργασία των αστικών στερεών αποβλήτων της χώρας με βιολογική ξήρανση (έναντι της αερόβιας μηχανικής - βιολογικής επεξεργασίας) είναι 640 εκατ. ευρώ ετησίως. Για την περίπτωση μάλιστα πλήρους αξιοποίησης του SRF (Solid Refuse Fuel - υψηλής θερμογόνου δύναμης καύσιμο) που προκύπτει, είτε σε μονάδες αεριοποίησης είτε σε μονάδες καύσης, το κόστος εκτοξεύεται στα 1,24 δισ. ευρώ ετησίως. Αυτά τα πρόσθετα κόστη, σύμφωνα με τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Κρήτης και εκ των συντακτών της έκθεσης κ. Αλ. Οικονομόπουλο, είναι ενδεικτικά ενός ακραίου, πλην όμως όχι απίθανου σεναρίου, καθολικής χρήσης της βιολογικής ξήρανσης από το 2010.


Εξάλλου, πέρα από το κόστος, υπό τις σημερινές συνθήκες η βιολογική ξήρανση παράγει SRF, από το οποίο περιορισμένες μόνο ποσότητες μπορούν, ενδεχομένως, να αξιοποιηθούν στην τσιμεντοβιομηχανία και οι υπόλοιπες πρέπει είτε να διατεθούν σε μονάδα καύσης είτε να διατεθούν σε ΧΥΤΑ. Με τη διάθεσή τους όμως σε ΧΥΤΑ, το αποτέλεσμα της βιολογικής ξήρανσης περιορίζεται στον διαχωρισμό των μετάλλων και στη μικρή μείωση των οργανικών.


Η επιστημονική ομάδα εργασίας του ΤΕΕ αποτελείται από τους κκ. Ι. Φραντζή, Σπ. Παπαγρηγορίου, Π. Παντελάρα, Αλ. Οικονομόπουλο, Στ. Ιατρού, Χαρ. Ζιώγα, Ηλ. Διαβάτη, Π. Βαρελίδη, Κ. Αραβώση, την κυρία Αθηνά-Αναστασία Μπούρκα και την κυρία Χριστίνα Θεοχάρη η οποία είναι και η συντονίστρια.


Οι προβλέψεις για το μέλλον


Σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, από το 2010 θα επιτρέπεται η απευθείας ταφή του 56% των απορριμμάτων, από το 2013 του 35% και από το 2020 και μετά μόλις του 18%.


Ειδικότερα για την Αττική, σύμφωνα με την έκθεση της επιστημονικής ομάδας του ΤΕΕ, επιβάλλεται, προς αποτροπήν του αδιεξόδου, να δοθεί έμφαση:


* Στην αναζήτηση χώρων επεξεργασίας και διάθεσης των αποβλήτων και εκτός των ορίων της Αττικής.
* Στην άμεση αποσαφήνιση των προτεινόμενων τεχνολογιών επεξεργασίας των σύμμεικτων απορριμμάτων.
* Στην απορρύπανση της ευρύτερης περί τον ΧΥΤΑ των Ανω Λιοσίων περιοχής από τις κατά καιρούς ανεξέλεγκτες απορρίψεις αποβλήτων.
* Στο ξεκαθάρισμα των ρόλων και των σχέσεων μεταξύ του Ενιαίου Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (ΕΣΔΚΝΑ), των ΟΤΑ της Αττικής, των νέων προβλεπομένων Φορέων Διαχείρισης και της Περιφέρειας.
* Στη διαμόρφωση ενός αξιόπιστου χρονοδιαγράμματος δράσεων και χρηματοδοτήσεων, με προοπτική τουλάχιστον 15ετίας, για τη διαχείριση των απορριμμάτων.
* Στη χωροταξικά ορθολογική κατανομή των νέων μονάδων επεξεργασίας και τελικής διάθεσης, αποκλείοντας την ιδιαίτερα βεβαρημένη περιοχή του Θριασίου.


Ηδη ο νέος δήμαρχος Αθηναίων κ. Ν. Κακλαμάνης υποστηρίζει την ανακύκλωση και την καύση, θέση που βρίσκει σύμφωνο και τον δήμαρχο Πειραιά κ. Π. Φασούλα, ο οποίος θεωρεί ότι η λύση βρίσκεται στις νέες τεχνολογίες.


Πάντως, αυτή τη στιγμή, οι συζητήσεις για τη διαχείριση των απορριμμάτων της πρωτεύουσας γίνονται με αιχμή τη χωροθέτηση των τριών ΧΥΤΑ σε Φυλή, Κερατέα και Γραμματικό, εν αναμονή των αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας. Με την εισήγηση του ΣτΕ να είναι θετική ως προς τις τρεις χωροθετήσεις, σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Σουφλιά την περασμένη Δευτέρα, οι εργολάβοι θα βρουν μπροστά τους τους κατοίκους των τριών περιοχών.


Το ΒΗΜΑ, 18/02/2007

Αυτό το κείμενο εκτυπώθηκε από "ΤΟ ΒΗΜΑ", στη διεύθυνση

Φρέσκες.. μία στις τέσσερις «χαβούζες»! Δεκ. 2005

"TA NEA" Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2005

Αρ. Φύλλου 18424


Φρέσκες... μία στις τέσσερις «χαβούζες»!


Δημιουργήθηκαν από το 2000 έως το 2004 μετά το πρώτο τελεσίγραφο της E.E για... αυστηρά πρόστιμα
ΝΙΚΟΛΕΤΤΑ ΜΟΥΤΟΥΣΗ
Σε έκταση 30.000 στρεμμάτων εκτείνονται οι παράνομες χωματερές στη χώρα μας, ενεργές και ανενεργές. Παράλληλα, μόνο 39 XYTA λειτουργούν νόμιμα ή... σχεδόν νόμιμα σε όλη την Ελλάδα, ενώ διαπιστώνεται ότι το ΥΠΕΧΩΔΕ δεν κάνει το παραμικρό για να προληφθεί το διαφαινόμενο αδιέξοδο για τη διαχείριση των σκουπιδιών στην Αττική.

«Καμπανάκι» έχει σημάνει ήδη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που απειλεί εδώ και καιρό με αυστηρά πρόστιμα την Ελλάδα αν δεν συμμορφωθεί.


H προηγούμενη «τελευταία ευκαιρία» δόθηκε από τις Βρυξέλλες τον περασμένο Απρίλιο - στόχος ήταν το κλείσιμο των παράνομων χωματερών έως τον Ιούνιο του 2005. Το νέο τελεσίγραφο από την Κομισιόν φτάνει τώρα έως το 2008, για να κλείσουν και να αποκατασταθούν οι ανεξέλεγκτες χωματερές.


H αρχική ευρωπαϊκή σύσταση προέβλεπε ότι οι παράνομες χωματερές θα είχαν κλείσει έως το τέλος του 1999. Οι κυβερνητικές επιλογές του παρελθόντος είχαν ως αποτέλεσμα να αποτελεί πλέον παρελθόν ο αριθμός των 6.500 χωματερών του 1995, αλλά για το κλείσιμο των υπολοίπων θα χρειαστούν πολλά χρόνια ακόμα...


Απογοητευτικοί ρυθμοί
Ωστόσο οι ρυθμοί είναι απογοητευτικοί, καθώς έκλεισαν λιγότερες από 200 ανεξέλεγκτες χωματερές σε διάστημα ενός χρόνου, γεγονός που μαθηματικά οδηγεί μακράν του 2008. H εμπειρία εξάλλου συνηγορεί σε αυτό: το 16% των παράνομων χωματερών άρχισε να λειτουργεί πριν από το 1975, το 40,4% μεταξύ 1975 και 1989, το 27,8% το διάστημα 1990 και 1999. Σημειώνεται ότι μία στις τέσσερις παράνομες χωματερές δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια, από το 2000 έως το 2004, ενώ η χώρα μας ήταν ήδη στο στόχαστρο των Βρυξελλών.

Υπάρχουν ακόμη 1.453 ενεργές ανεξέλεγκτες χωματερές και 1.173 ανενεργές, ενώ οι XYTA φτάνουν μόλις τους 39 για όλη τη χώρα. Ενδεικτικό είναι πως μόνο το 23% από τους 1.031 δήμους δεν διαθέτει κάποια παράνομη χωματερή.


Αντιθέτως, το 39% των δήμων έχει στα όριά του μία παράνομη χωματερή, το 25% περισσότερες από μία και το 13% διαθέτει ανεξέλεγκτες χωματερές που είναι πλέον ανενεργές.


Ζουν και βασιλεύουν...

Ακόμα και οι ανενεργές «χαβούζες» ζουν και βασιλεύουν ως εστίες μόλυνσης χωρίς να υπάρχει σε εξέλιξη κάποιο σχέδιο ανάπλασής τους, παρ' ότι το κόστος για να κλείσουν και να αποκατασταθούν είναι περίπου 200.000 ευρώ για την καθεμία. Σημειώνεται πως μόνο για τον Κουρουπητό η χώρα έχει πληρώσει πρόστιμο 4,72 εκατ. ευρώ και η υπόθεση παραμένει ανοιχτή!


«Πρωταθλήτρια» στην ύπαρξη παράνομων χωματερών είναι η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ ακολουθούν η Θεσσαλία και η Στερεά Ελλάδα. Οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία είναι τεράστιοι, δεδομένου ότι πάνω από μία στις δέκα ανεξέλεγκτες χωματερές βρίσκονται σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων από ρέματα μόνιμης ροής (ποσοστό 12% των παράνομων χωματερών) και πάνω από δύο παράνομες χωματερές βρίσκονται σε ανάλογη απόσταση από δάσος (24,3% του συνόλου).


Δεν είναι τυχαίο ότι από τις 2.626 παράνομες χωματερές, μόλις το 1/4 χαρακτηρίζεται από το ΥΠΕΧΩΔΕ ως χαμηλού βαθμού επικινδυνότητας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου, η συντριπτική πλειονότητα των ΧΑΔΑ (παράνομες χωματερές 76,7%) διαχειρίζεται αστικά απόβλητα, το 15,4% αδρανή, το 1,9% γεωργικά και το 3,9% είναι χωματερές που δέχονται μεικτά απόβλητα.


ΕΧΟΥΝ «ΠΑΓΩΣΕΙ» ΟΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΤΗ ΦΥΛΗ


Ξεπέρασαν το όριο ασφαλείας τα Λιόσια
ΣΕ ENA XYTA - μαμούθ στηρίζεται το Λεκανοπέδιο, που είναι ο μεγαλύτερος στην Ευρώπη και έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Ο χώρος στα Άνω Λιόσια όχι μόνο έχει μικρά περιθώρια ζωής, αλλά... υπολείπεται των ευρωπαϊκών δεδομένων.


Στην Ευρώπη έχουν περάσει πλέον στους XYTY, δηλαδή τους Χώρους Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων, ενώ στην Ελλάδα ακόμη σηκώνουν μαύρες σημαίες για τη δημιουργία XYTA (Χώρων Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων). Προϋπόθεση για τους... ευρωπαϊκούς XYTY είναι η ανακύκλωση και η δραστική μείωση των απορριμμάτων που οδηγούνται σε ταφή. Ενδεικτικό είναι πως ενώ το ποσοστό ανακύκλωσης στην Ελλάδα δεν ξεπερνά το 10%-15%, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες φτάνει το 70%.


Αυτά στην Ευρώπη, γιατί στον μοναδικό οργανωμένο χώρο απόθεσης απορριμμάτων περιμένουν τους νέους περιβαλλοντικούς όρους που θα επιτρέψουν να λειτουργεί ο XYTA Άνω Λιοσίων έως το τέλος Φεβρουαρίου.


Το όριο ασφαλείας αρχικά είχε οριστεί στα 205 μέτρα. «Σήμερα έχουμε φτάσει περίπου στα 211 μέτρα και η νέα έγκριση του ΥΠΕΧΩΔΕ αναμένεται να προβλέπει όριο ασφαλείας στα 217 μέτρα», λέει ο πρόεδρος των εργαζομένων στον χώρο, Γ. Χάρδας. και προσθέτει: «Δεν έχει αλλάξει τίποτα, σύντομα με μία άλλη σειρά απορριμμάτων θα φτάσουμε το νέο όριο». Και όπως υποστηρίζει ο κ. Χάρδας: «Ύστερα από αυτό θα χρειαστεί άμεση πολιτική παρέμβαση για να λυθεί το πρόβλημα της διαχείρισης απορριμμάτων».


Ο ίδιος επισημαίνει ότι έχουν «παγώσει» οι εργασίες για το ενδιάμεσο κύτταρο στη Φυλή - κατά τη γνώμη του, πρέπει να προχωρήσει αμέσως - αν και σημειώνει πως ανάλογες κινήσεις για ενδιάμεσα κύτταρα θα έπρεπε να προχωρήσουν και στην Ανατολική Αττική.


Σύμφωνα πάντως με την Περιφέρεια Αττικής, αυτή τη στιγμή οι τρεις νέοι XYTA βρίσκονται σε φάση αξιολόγησης. Προς το παρόν στο τραπέζι βρίσκονται οι τεχνικές προσφορές και εν συνεχεία θα εξεταστούν οι οικονομικές προσφορές. Στο μεταξύ, αναμένονται και οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που μπορεί να τινάξουν στον αέρα τον περιφερειακό σχεδιασμό.


ΤΑ ΝΕΑ , 27/12/2005 , Αυτό το κείμενο εκτυπώθηκε από "ΤΑ ΝΕΑ", στη διεύθυνση

Στο Θριάσιο όλα τα σκουπίδια και τα επόμενα χρόνια, Ιαν. 2007


Τρίτη 30 Γενάρη 2007

Στο Θριάσιο όλα τα σκουπίδια και τα επόμενα χρόνια, αυτό λέει ουσιαστικά η διοίκηση του ΕΣΔΚΝΑ


Απάτη οι κυβερνητικές διαβεβαιώσεις για ανακούφιση της Δυτικής Αττικής


Τα Ανω Λιόσια και το Θριάσιο Πεδίο θα συνεχίσουν να αποτελούν τη χωματερή όλης της Αττικής για πολλά χρόνια ακόμα. Αυτό είπε ουσιαστικά χτες η διοίκηση του Ενιαίου Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Νομού Αττικής (ΕΣΔΚΝΑ) και ο πρόεδρός του, Γιώργος Μαστοράκος, σε συνέντευξη Τύπου, στην οποία προσπάθησαν να αποποιηθούν κάθε ευθύνη για το τραγικό αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί με τα σκουπίδια της Αττικής. Την ίδια στιγμή που όλες οι διοικήσεις του ΕΣΔΚΝΑ (ελέγχονται από ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΝ) συμμετείχαν μέχρι σήμερα στην εφαρμογή όλων των κυβερνητικών αποφάσεων, χτες εμφανίστηκαν για να διαμαρτυρηθούν και να πουν ότι «το φαινόμενο χτυπάει κόκκινο».


Οπως εξήγησε ο πρόεδρος του ΕΣΔΚΝΑ, το «ενδιάμεσο κύτταρο», που έδωσε μια ακόμα προσωρινή λύση, αντέχει το πολύ για 70 μέρες, ενώ αναμένουν έγκριση να εκμεταλλευτούν τον εναπομείναντα χώρο της Β΄ φάσης του ΧΥΤΑ Φυλής ώστε να βρουν λύση για δύο ακόμα χρόνια. Αφού, λοιπόν, η κατάσταση έφτασε εκεί ο Γ. Μαστοράκος κάλεσε κυβέρνηση, υπουργεία και όλους τους αρμόδιους να προχωρήσει η εφαρμογή του περιφερειακού σχεδιασμού, ο οποίος προβλέπει τη συνέχεια της ταξικής επιλογής να οδηγούνται στα Ανω Λιόσια σχεδόν όλα τα σκουπίδια της Αττικής.


Ανακοινώνοντας, μάλιστα, τα αποτελέσματα από τη λειτουργία του εργοστασίου ανακύκλωσης, όπου από την επεξεργασία 1.000 τόνων σκουπιδιών κατέληξαν στη χωματερή οι 250, υποστήριξε ότι αν κατασκευαστούν ακόμα δύο εργοστάσια, θα αυξηθούν τα περιθώρια ζωής των τριών ΧΥΤΑ που προβλέπει ο περιφερειακός σχεδιασμός. Ταυτόχρονα, όμως, ο πρόεδρος του ΕΣΔΚΝΑ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε στη λύση των εργοστασίων καύσης, αν η κατάσταση φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο...


Απαντώντας σε Επίκαιρη Ερώτηση που κατέθεσε τον περασμένο Δεκέμβρη η βουλευτής του ΚΚΕ Βέρα Νικολαΐδου, η κυβέρνηση έλεγε πως με την κατασκευή των χωματερών στο Γραμματικό και στην Κερατέα θα λυθεί ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος και, παράλληλα, με τη λειτουργία της αντίστοιχης χωματερής στη Φυλή θα ανακουφιστεί η περιοχή της Δυτικής Αττικής και του Θριάσιου Πεδίου.


Πρόκειται για μύθο ή, ορθότερα, για απάτη, όπως τη χαρακτηρίζουν και επιστήμονες του κλάδου.


Είναι απάτη, διότι η ίδια η κυβέρνηση γνωρίζει πως το 85%-90% των απορριμμάτων του συνόλου της Αττικής θα εξακολουθεί να πηγαίνει στο Θριάσιο Πεδίο και συγκεκριμένα στη χωματερή της Φυλής.


Οι δύο υπό κατασκευή ΧΥΤΑ, στην Κερατέα και στο Γραμματικό, θα δέχονται συνολικά 255.000 τόνους απορριμμάτων το χρόνο, όταν η συνολική παραγωγή στην Αττική ξεπερνά τα 2.000.000 τόνους! Οπως εκτιμούν ειδικοί, αυτό σημαίνει ότι Κερατέα και Γραμματικό θα δέχονται μόνο τα απορρίμματα που παράγονται στην περιοχή τους και ο κύριος όγκος θα εξακολουθεί να πηγαίνει στο Θριάσιο Πεδίο. Και μάλιστα περισσότερα απ' ό,τι σήμερα, μιας και η παραγωγή των σκουπιδιών αυξάνεται χρόνο με το χρόνο.


Copyright © 1997-2007 ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Σύνθεση στερεών αποβλήτων στην Αττική Ε.Σ.Δ.Κ.Ν.Α. 2005

"Σύνθεση των στερεών αποβλήτων στην Αττική.



Παρατίθενται αποτελέσματα μετρήσεων από το 1982 έως το 1997

καθώς και προβολή-πρόβλεψη για το 2005.


ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΥΛΙΚΩΝ
(Α) (Β) (Γ) (Δ) (Ε)
1982 1984-85 1990-91 19972005 Εκτίμηση
ΟΡΓΑΝΙΚΑ
55,76 56,50 48,50 46,50 40,00
ΧΑΡΤΙ,ΧΑΡΤΟΝΙ
23,28 20,00 22,00 23,44 32,00
ΠΛΑΣΤΙΚΑ
9,20 7,00 10,50 10,80 13,00
ΜΕΤΑΛΛΑ
4,22 4,00 4,20 3,74 3,50
ΓΥΑΛΙ
2,79 2,70 3,50 3,42 2,50
ΥΦΑΣΜΑΤΑ ΞΥΛΟ ΛΑΣΤΙΧΟ ΔΕΡΜΑ
4,30 3,50 4,25 3,20 ΑΔΡΑΝΗ
1,82 1,00 3,30 3,58 2,50
ΔΙΑΦΟΡΑ
2,93 4,50 4,50 4,27 3,30
ΣΥΝΟΛΟ
100,00 100,00 100,00 100,00 100,00


Τροφοδοτούμενα υλικά :Ανά έτος στο εργοστάσιο θα εισάγονται 375000 τόνοι σύμμεικτων απορριμμάτων, 40000 τόνοι κλαδιών και χόρτων ή υλικών ρυθμιστικών του πορώδους του οργανικού κλάσματος και 85000 τόνοι βιολογικής ιλύος από το σταθμό επεξεργασίας λυμάτων της πόλεως των Αθηνών στην Ψυττάλεια.


Τα παραγόμενα προϊόντα ,σε ετήσια βάση είναι:10000 τόνοι συμπιεσμένων σιδηρούχων,1500 τόνοι συμπιεσμένων αλουμινούχων, 100000 τόνοι compost και 110000 τόνοι στερεού καυσίμου RDF (refuse derived fuel) συνολικής θερμογόνου δυνάμεως 106 Joule.Τα άχρηστα υπολείμματα, προς υγειονομική ταφή, θα είναι 100000 τόνοι.


Υποδοχή.

Τα απορριμματοφόρα εισέρχονται στο εργοστάσιο, ζυγίζονται και καθορίζεται αυτόματα η θέση εκφόρτωσης. Τα απορρίμματα εκφορτώνονται εντός κλειστού χώρου σε μεγάλες δεξαμενές-τάφρους υποδοχής οι οποίες είναι σε θέση να παραλάβουν τις αιχμές των φορτίων. Εν συνεχεία, με άρπαγες και μέσω δοσομετρικών χοανών τα απορρίμματα μεταφέρονται στη μονάδα μηχανικής διαλογής. Η υποδοχή και η κατάντι αυτής επεξεργασίες μηχανικής διαλογής αναπτύσσονται σε παράλληλες γραμμές .


Οι χώροι υποδοχής και μηχανικής διαλογής στεγάζονται σε ενιαίο κλειστό κτίριο εφοδιασμένο με διατάξεις απόσμησης και αποκονίωσης. Ταυτόχρονα με την τροφοδοσία των απορριμμάτων πραγματοποιείται και η τροφοδοσία της λάσπης και των κλαδιών-χόρτων ή άλλων υλικών ρυθμιστών του πορώδους του υγρού κλάσματος δηλαδή του οργανικού υλικού από το οποίο μετά τη σχετική επεξεργασία παράγεται το compost.


Το μέτωπο τροφοδοσίας της λάσπης και των ρυθμιστικών του πορώδους υλικών είναι το ίδιο με αυτό των απορριμμάτων. Η γραμμή τροφοδοσίας της λάσπης αναπτύσσεται σε παράλληλες γραμμές δοσομέτρησης.Μηχανική διαλογή των απορριμμάτων Στο κτίριο της μηχανικής διαλογής πραγματοποιείται ο διαχωρισμός ξηρού και υγρού κλάσματος καθώς και ο διαχωρισμός και η συμπίεση των σιδηρούχων, των αλουμινούχων και των αχρήστων.


Τα δοσομετρούμενα απορρίμματα περνούν από περιστροφικά και δονητικά κόσκινα διαφόρων διαμετρημάτων , ώστε να επιτευχθεί ο διαχωρισμός του ξηρού από το υγρό κλάσμα. Το ξηρό κλάσμα μετά από ελάττωση μεγέθους και εμπλουτισμό με υλικά υψηλής θερμογόνου δυνάμεως συμπιέζεται και δεματοποιείται προκειμένου να διατεθεί ως στερεό καύσιμο (RDF). To υγρό κλάσμα υφίσταται επίσης ελάττωση μεγέθους διαχωρισμό βάσει μεγέθους, ώστε να απομακρυνθούν τα άχρηστα υλικά και εν συνεχεία, το καταλλήλου μεγέθους οργανικό υλικό αναμειγνύεται με τη λάσπη και τα ρυθμιστικά του πορώδους.


Ακολούθως το μείγμα οδηγείται προς κομποστοποίηση.Κατά μήκος της γραμμής επεξεργασίας του ξηρού αφαιρούνται τα σιδηρούχα (ηλεκτρομαγνήτες) και αλουμινούχα (επαγωγικά ρεύματα Εddie) , τα οποία, με ειδικές γραμμές μεταφοράς, οδηγούνται στους αντίστοιχους συμπιεστές για δεματοποίηση.


Ta άχρηστα υλικά, που παράγονται στις επιμέρους φάσεις της μηχανική διαλογής συλλέγονται και μεταφέρονται προς συμπίεση και δεματοποίηση προκειμένου να οδηγηθούν προς υγειονομική ταφή.


Κομποστοποίηση

Πραγματοποιείται σε παράλληλες γραμμές μέσα σε κλειστό κτίριο με εγκατάσταση ελέγχου-απόσμησης του αέρα. Το ομογενοποιημένο κλάσμα οργανικών, λάσπης και υλικών ρυθμιστικών του πορώδους οδηγείται και διαστρώνεται σε διαμήκη κανάλια τα οποία διαθέτουν υπόγειους αγωγούς και θυρίδες αερισμού στο δάπεδο.


Η κομποστοποίηση είναι αερόβια ζύμωση που πραγματοποιείται με την ενεργοποίηση-δράση βακτηριδίων και μηκύτων στη μεσοφιλική και θερμοφιλική τους μορφή, τα οποία σε μεγάλο βαθμό προϋπάρχουν στα απορρίμματα.Το διαστρωμένο υλικό στα κανάλια κομποστοποίησης, αναδεύεται , αερίζεται και ρυθμίζεται η υγρασία του με ειδικές μηχανές που κυλίονται σε ράγες επί των διαχωριστικών τοιχείων των καναλιών, επί αρκετές εβδομάδες.Οι παράγοντες που ελέγχονται κατά τη διεργασία της κομποστοποίησης είναι η αρχική σύσταση του οργανικού κλάσματος, ο αερισμός της μάζας,η θερμοκρασία, η υγρασία, ο λόγος άνθρακα/άζωτο, οι τιμές του pH.


Η μονάδα κομποστοποίησης είναι εφοδιασμένη με σύστημα συλλογής των στραγγισμάτων που προκύπτουν από τη μάζα του υλικού.


Ραφιναρία-ωρίμανση

Το παραγόμενο compost από την έξοδο της κομποστοποίησης οδηγείται προς ραφινάρισμα. Το ραφινάρισμα αποσκοπεί στο διαχωρισμό του compost από ξένες προσμίξεις ,κυρίως γυαλί ,σκληρά πλαστικά, χαλίκια, film πλαστικών ή οργανικά που ελαττώνουν την εμπορική του αξία. Η ραφιναρία αναπτύσσεται σε παράλληλες γραμμές επεξεργασίας.


Ο διαχωρισμός των υλικών γίνεται βάσει του μεγέθους και ακολουθεί περαιτέρω εξευγενισμός για την επίτευξη υψηλής ποιότητας. Τα άχρηστα υλικά ,που προκύπτουν από τους επιμέρους διαχωρισμούς οδηγούνται προς υγειονομική ταφή. Το compost μετά το ραφινάρισμα οδηγείται στη μονάδα ωρίμανσης στην οποία το υλικό διαμορφώνεται σε σωρούς και παραμένει επι 4 εβδομάδες προκειμένου να ολοκληρωθούν οι διεργασίες χουμοποίησης. Στο χώρο αυτό οι σωροί μετακινούνται σταδιακά με φορτωτές, ώστε να διατίθεται τελικώς στο εμπόριο το υλικό που έχει συμπληρώσει την παραμονή του εκεί επί 4 εβδομάδες.


Μέρος του ωρίμου compost ενσακκίζεται και διατίθεται στο εμπόριο.Εγκαταστάσεις περιβαλλοντικής προστασίας Στο εργοστάσιο λειτουργεί μονάδα βιολογικού καθαρισμού των στραγγιδίων που προκύπτουν στις επι μέρους μονάδες του έργου αλλά και των λυμάτων από τις εγκαταστάσεις του προσωπικού. Για την απόσμηση των διαφόρων ρευμάτων αέρα χρησιμοποιούνται βιόφιλτρα από compost aλλα και πλυντρίδες .


Στα προς αποκονίωση ρεύματα χρησιμοποιούνται σακόφιλτρα.


Λοιπές εγκαταστάσεις

Για τη συντήρηση των οχημάτων του εργοστασίου λειτουργεί εξοπλισμένο συνεργείο και αποθήκη. Στο κτίριο διοίκησης στεγάζεται το χημείο, η αίθουσα ελέγχου και τα γραφεία του διοικητικού προσωπικού".

Περιφερεικος σχεδιασμός Ε.Σ.Δ.Κ.Ν.Α.

"Τα έργα που προγραμματίζει ο Ε.Σ.Δ.Κ.Ν.Α. και περιλαμβάνονται στο πλαίσιο περιφερειακού σχεδιασμού διαχείρισης απορριμμάτων της Π. Αττικής είναι τα εξής:


Α/Α ΤΙΤΛΟΣ ΕΡΓΟΥ Π/Υ (εκ.δρχ.)
1 ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Χ.Δ.Α. ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΩΝ 2.300
2 ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΑΠΟΤΕΦΡΩΤΗΡΑ

ΠΑΘΟΓΟΝΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 705

3 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΧΥΤΑ ΙΙ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 7.300
4 ΙΔΡΥΣΗ ΣΜΑ ΑΘΗΝΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΡΩΝ ΔΗΜΩΝ 7.000
5 ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΕΡΙΩΝ

ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΜΟΝΑΔΑΣ ΚΟΜΠΟΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ 3.300
6 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ 27.210
7 ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΝΕΡΓOY ΛΑΤΟΜΕΙOY ΜΟΥΣΑΜΑ

ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΔΕΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΩΝ Ε.Μ.Α.Κ. 7.300
8 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΑΣΥΝΔΕΔΕΜΕΝΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΤΟΠΙΚΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ

ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ 3.350
9 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ 2ου ΧΥΤΑ ΜΗ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ ΣΤΕΡΕΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 21.200
10 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΘΕΡΜΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΟΥ RDF 40.000
11 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΧΩΡΟΥ ΑΣΦΑΛΟΥΣ ΤΑΦΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 5.000
12 ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΞΕΛΕΓΚΤΩΝ ΧΩΜΑΤΕΡΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ 2.400
13 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ 2.200
14 1ος ΧΥΤΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 6.500
15 2ος ΧΥΤΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 6.500
16 Κ.Δ.Α.Υ ΔΥΤΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 4.000
17 2 Κ.Δ.Α.Υ. ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 8.000
18 ΜΙΚΡΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΚΟΜΠΟΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 3.500
19 ΣΜΑ ΒΟΡΕΙΩΝ ΠΡΟΑΣΤΙΩΝ 4.500
20 ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΕΙΟΤΕΜΑΧΙΣΤΗ ΕΛΑΣΤΙΚΩΝ

ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΟΓΚΩΔΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΩΝ 400
21 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΩΝ

ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΤΡΟΠΕΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ 4.500
22 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΩΝ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΕΞΑΝΤΛΗΜΕΝΩΝ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΩΝ

ΜΕΤΑΤΡΟΠΕΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ 3.000
23 ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ ΚΑΙ

ΑΠΟΤΕΦΡΩΤΗΡΑ 1.500
24 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΛΑΣΤΙΚΩΝ 4.500
25 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΟΡΥΚΤΕΛΑΙΩΝ 2.800
26 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΜΙΚΡΩΝ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΩΝ

ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΑΠΟ ΟΙΚΙΑΚΑ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΑ 2.700
27 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ ΥΛΙΚΩΝ ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΕΩΝ

ΚΑΙ ΑΔΡΑΝΩΝ ΑΠΟ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΩΝ 5.000
28 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ

ΟΡΥΚΤΕΛΑΙΩΝ 5.000
29 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΩΝ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ

ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 3.000
30 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ 1.500
31 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΤΕΛΟΥΣ ΖΩΗΣ 1.200
32 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΜΟΝΑΔΑΣ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΤΕΛΟΥΣ ΖΩΗΣ 3.500
33 ΣΜΑ ΥΜΗΤΤΟΥ 4.500
34 ΣΜΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ 3.000
35 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΚΤΥΟΥ ΔΙΑΛΟΓΗΣ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΙΜΩΝ ΥΛΙΚΩΝ

ΣΤΗ ΠΗΓΗ 1.000
36 ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

ΤΟΥ ΕΣΔΚΝΑ ΚΑΙ ΕΥΑΙΣΘΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΝΩΜΗΣ 3.000
37 ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΚΤΥΟΥ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ ΔΥΟ

ΡΕΥΜΑΤΩΝ ΥΓΡΩΝ-ΞΗΡΩΝ 10.000
38 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗΣ ΥΛΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ 7.000
39 ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΕΝΕΡΓΩΝ ΛΑΤΟΜΕΙΩΝ ΜΕ ΧΡΗΣΗ

ΑΔΡΑΝΩΝ ΥΛΙΚΩΝ 4.000
40 ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΥ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΥΓΡΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ

ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ 17.000
41 ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΥΓΙΕΙΝΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ

ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΣΔΚΝΑ



ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 250.365

Διαμόρφωση και εκμετάλλευση. Ε.Σ.Δ.Κ.Ν.Α.


Διαμόρφωση και εκμετάλλευση.




Ο Χ.Υ.Τ.Α. κατασκευάστηκε σταδιακά, με τμηματική κατασκευή έργων υποδομής, λειτουργία-πλήρωση των "κυττάρων" με απορρίμματα και έναρξη έργων αποκατάστασης.




Η ωφέλιμη ζωή κάθε τμήματος ή "κυττάρου" διακρίνεται στη φάση αρχικής κατασκευής (με τα έργα υποδομής τη διαμόρφωση του εδάφους, τη στεγάνωση και το δίκτυο συλλογής των στραγγισμάτων), τη φάση λειτουργίας κατά την οποία το κύτταρο γεμίζει με διαστρωμένα και συμπιεσμένα απορρίμματα και ολοκληρώνεται κατά στρώσεις καθ' ύψος με τη βοήθεια περιμετρικών αναχωμάτων ενώ παράλληλα εξελίσσονται τα έργα υποδομής του επομένου κυττάρου, και τη φάση αποκατάστασης κατά την οποία ολοκληρώνεται το δίκτυο άντλησης του βιοαερίου και η προετοιμασία της τελικής κάλυψης και ένταξης του κυττάρου στο περιβάλλον.Ως σημείο έναρξης της διάθεσης των απορριμμάτων ορίστηκε το υψηλότερο τμήμα της διατιθέμενης επιφάνειας της μισγάγγειας, στο άκρο του οποίου κατασκευάστηκε ανάχωμα. Η εγκατάσταση επεξεργασίας των στραγγισμάτων κατασκευάστηκε στο ανατολικό όριο της μισγάγγειας και η τροφοδοσία της γίνεται μέσω αντλιοστασίων.




Η τμηματική διαμόρφωση και πλήρωση περιορίζει τη δημιουργία στραγγισμάτων και επιτρέπει την τμηματική αποκατάσταση του χώρου.




Στεγανοποίηση




Ο πυθμένας και τα πλευρικά πρανή διαστρώθηκαν με διπλή σύνθετη στεγάνωση που αποτελείται από συνδυασμό γεωσυνθετικών και αργιλικών μονωτικών υλικών. Ανάμεσα στους δύο στεγανωτικούς χιτώνες τοποθετείται ενδιάμεση στραγγιστήρια στρώση ελέγχου των διαφυγών που επιτρέπει τον εντοπισμό και απομάκρυνση ενδεχομένων διαρροών. Το σύστημα υψηλής προστασίας επιλέχθηκε λόγω της περατότητας του γεωλογικού υποβάθρου και της μεγάλης ευαισθησίας του υποκείμενου υδροφόρου ορίζοντα. Η διπλή στεγάνωση αποτελείται από 2 γεωμεμβράνες ΗDPE (πολυαιθυλένιο υψηλής πυκνότητας) πάχους 1,5χλστ. με υπερκείμενα γεωυφάσματα προστασίας από πολυπροπυλένιο, στρώση ελέγχου με χαλίκι και διάτρητους συλλεκτήριους αγωγούς και δύο στρώσεις (άνω και κάτω ) αργιλικού υλικού πάχους 0,30μ. με συντελεστή υδροπερατότητας Κ=1*10-9m/sec.Το πρόγραμμα ποιοτικών ελέγχων των στεγανωτικών υλικών περιέλαβε δειγματοληπτικό έλεγχο όλων των γεωσυνθετικών προ της τοποθέτησής τους καθώς και επί τόπου ελέγχους σε όλα τα σημαντικά σημεία όπως τα σημεία των ραφών συγκόλλησης μεταξύ των φύλλων των γεωμεμβρανών.




Διαχείριση στραγγισμάτων




Το σύστημα διαχείρισης των στραγγισμάτων στο Χ.Υ.Τ.Α. Δυτικής Αττικής σχεδιάστηκε με γνώμονα


Α) την συνεχή και ενιαία αποστράγγιση του Χ.Υ.Τ.Α. για την αποφυγή δημιουργίας στήλης στραγγισμάτων στον πυθμένα που θα είχε δυσμενή επίπτωση στην ευστάθεια του Χ.Υ.Τ.Α.


Β) την αποφυγή δημιουργίας κατακόρυφων φρεατίων ελέγχου μέσα στο σώμα των απορριμμάτων, λόγω του μεγάλου τελικού ύψους τους


Γ) την επισκεψιμότητα του δικτύου συλλογής στραγγισμάτων και την ευχέρεια ελέγχου και καθαρισμού του και


Δ) την πλήρη επεξεργασία των στραγγισμάτων με ποιότητα εκροής κατάλληλη για τελική διάθεση με άρδευση η στον υδάτινο αποδέκτη.




Ο πυθμένας και τα πρανή του Χ.Υ.Τ.Α. επενδύονται με στρώση αποστράγγισης και στον πυθμένα τοποθετείται δίκτυο δίδυμων κεντρικών αγωγών ΗDΡE δομημένου τοιχώματος που αποστραγγίζουν ενιαία και συνεχώς το Χ.Υ.Τ.Α. Δευτερεύοντες συλλεκτήριοι αγωγοί τοποθετούνται στα σημεία αλλαγής κλίσης των πρανών. Όλοι οι στραγγιστήριοι αγωγοί επεκτείνονται ως την στέψη των ανάντη πρανών σε ειδικά διαμορφωμένα σημεία ελέγχου, από όπου είναι δυνατός ο έλεγχος και καθαρισμός τους.Οι κεντρικοί αγωγοί καταλήγουν σε κεντρικό φρεάτιο συλλογής από όπου μέσω καταθλιπτικών δικτύων τα στραγγίσματα οδηγούνται στην εγκατάσταση επεξεργασίας.Το φρεάτιο είναι επισκέψιμο με εξαερισμό και παγίδες βιοαερίου και επιτρέπει την χρήση κάμερας - ρομπότ για τον έλεγχο των αγωγών.




Στον Χ.Υ.Τ.Α. Δυτικής Αττικής προβλέπεται να γίνεται πλήρης επεξεργασία των στραγγισμάτων στην εγκατάσταση επεξεργασίας που χωροθετείται στο ανατολικό πρανές του χώρου. Η εγκατάσταση περιλαμβάνει αρχική καθίζηση και αναερόβια επεξεργασία, εν συνεχεία αερισμό με σύστημα SBR ( αντιδραστήρας διαλείπουσας λειτουργίας ) και τέλος τριτοβάθμια επεξεργασία με χημική καθίζηση, κροκίδωση και φίλτρα άμμου, καθώς και περαιτέρω καθαρισμό σε εφεδρικές κλίνες ενεργού άνθρακα.




Η τελική έξοδος αποθηκεύεται σε δεξαμενή από όπου χρησιμοποιείται ως νερό άρδευσης των φυτεύσεων που θα εγκατασταθούν στην τελική επιφάνεια του Χ.Υ.Τ.Α. η οδηγείται στο δίκτυο συλλογής ομβρίων. Μέρος της παροχής εξόδου της βιολογικής βαθμίδας οδηγείται προς ανακυκλοφορία στην επιφάνεια του Χ.Υ.Τ.Α. ακολουθώντας ειδικό πρόγραμμα ανακυκλοφορίας βασισμένο στο υδάτινο ισοζύγιο του χώρου, με σκοπό την διατήρηση ικανής υγρασίας για την προώθηση της βιοαποδόμησης των απορριμμάτων.




Η ανακυκλοφορία επεξεργασμένων στραγγισμάτων συνδυάζεται με την κατασκευή στην επιφάνεια του Χ.Υ.Τ.Α. προσωρινού καλύμματος τύπου αναπνοής, το οποίο έχει την ιδιότητα να επιτρέπει ελεγχόμενη κατείσδυση υγρασίας στα απορρίμματα και την διατήρηση έτσι ευνοϊκών συνθηκών για την ταχεία βιοαποδόμηση των απορριμμάτων. Η κατασκευή του όλου έργου επεξεργασίας ευρίσκεται στο στάδιο των δοκιμών και ρυθμίσεων.


Διαχείριση βιοαερίου




Με την ολοκλήρωση καθ' ύψος του κάθε κυττάρου, η οποία γίνεται σε περίπου ενάμιση χρόνο από την έναρξη λειτουργίας του, κατασκευάζεται με γεωτρήσεις επί του απορριμματικού όγκου , σε κάνναβο πλευράς περί τα 50 μέτρα και οριζόντια διασύνδεση των κεφαλών, το σύστημα άντλησης του βιοαερίου το οποίο παροχετεύεται σε μονάδα ενεργειακής αξιοποίησης.



Αποκατάσταση




Το τελικό ανάγλυφο θα διαμορφώνεται σταδιακά λόγω της προοδευτική πλήρωσης με απορρίμματα.Η κάλυψη, για να αντιμετωπιστεί η διαφορική καθίζηση λόγω αποικοδόμησης, η κάλυψη θα γίνει σε δύο στάδια:


α)Τοποθέτηση προσωρινού καλύμματος τύπου "αναπνοής" και


β)τοποθέτηση μόνιμου καλύμματος (top cover) τελικής αποκατάστασης.




Το προσωρινό κάλυμμα τύπου αναπνοής (capillary barrier) aποτελείται από δύο διαβαθμισμένες στρώσεις αμμοχαλικωδών υλικών και εφαρμόζεται με σκοπό




α)τον περιορισμό της κατείσδυσης ομβρίων στα περαιωμένα απορριμματικά πρανή και ,άρα, μείωση των στραγγισμάτων και


β)την ελεγχόμενη κατείσδυση υγρασίας στα απορρίμματα μετά την κάλυψή τους, ώστε να προωθείται η βιοαποικοδόμηση και να επιταχύνονται οι ρυθμοί καθίζησης και παραγωγής βιοαερίου.




Με την ολοκλήρωση των καθιζήσεων ,προς το τέλος λειτουργίας του χώρου θα τοποθετηθεί μόνιμο κάλυμμα τελικής αποκατάστασης που σκοπό έχει τη σφράγιση του απορριμματικού αναγλύφου και την τελική διαμόρφωσή του ως χώρου πρασίνου με την τοποθέτηση στεγανωτικής μεμβράνης, στρώσεων απορροής ομβρίων και στρώσεων ανάπτυξης φυτών.



Περιβαλλοντική παρακολούθηση




Το πρόγραμμα παρακολούθησης των περιβαλλοντικών παραμέτρων περιλαμβάνει:" Καταγραφή των μετεωρολογικών στοιχείων και εκτίμηση του υδατικού ισοζυγίου του χώρου με τη βοήθεια εγκατεστημένου τοπικού μετεωρολογικού σταθμού.


" Τακτική καταγραφή της ποσότητας και ποιότητας των στραγγισμάτων.


" Έλεγχο της ποιότητας των υπογείων υδάτων με τακτική δειγματοληψία από γεωτρήσεις ανάντη και κατάντη της υδραυλικής κλίσης του υπόγειου ορίζοντα.


" Έλεγχο πλευρικών διαφυγών βιοαερίου από τα πρανή του Χ.Υ.Τ.Α. με τακτική δειγματοληψία και χρήση φορητού αναλυτή μεθανίου στις περιμετρικές γεωτρήσεις ελέγχου.


" Αποτύπωση και συνεχή υπολογισμό του όγκου υγειονομικής ταφής και της εξέλιξης των καθιζήσεων με τακτικές τοπογραφικές μετρήσεις σε κάνναβο μαρτύρων μέσα στο χώρο ταφής.



Βοηθητικές εγκαταστάσεις




Στις βοηθητικές εγκαταστάσεις περιλαμβάνονται :


" Εκτεταμένα έργα περιφρούρησης και διευκόλυνσης της νυκτερινής λειτουργίας όπως περίφραξη, εξωτερικός φωτισμός κατά μήκος της περίφραξης και της οδοποιίας, κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης.


" Υποσταθμός Μ/Τ και κτίριο ηλεκτρικής ενέργειας για την εξυπηρέτηση της εγκατάστασης επεξεργασίας στραγγισμάτων, των μονάδων άντλησης και καύσης βιοαερίου, των αντλιοστασίων, των δικτύων άρδευσης κλπ.


" Κεντρικό σύστημα τηλε-επιτήρησης και τηλε-ελέγχου της εγκατάστασης επεξεργασίας στραγγισμάτων , των μονάδων άντλησης και καύσης βιοαερίου, των αντλιοστασίων, των δικτύων άρδευσης κλπ. εγκατεστημένο στο υφιστάμενο κτίριο διοίκησης της Ο.Ε.Δ.Α.


" Νέες κτιριακές εγκαταστάσεις και εξοπλισμός εισόδου, διαμόρφωσης νέας εισόδου στην Ο.Ε.Δ.Α. με αποτελεσματική ρύθμιση και έλεγχο της κυκλοφορίας και σύγχρονα ζυγιστήρια.


" Έργα αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας, έργα διευθέτησης ομβρίων, έργα οδοποιίας με αναβάθμιση της υφιστάμενης οδού προσπέλασης της Ο.Ε.Δ.Α. και κατασκευή περιμετρικής οδοποιίας του νέου Χ.Υ.Τ.Α.


" Σύγχρονος εξοπλισμός λειτουργίας ( συμπιεστές, φορτωτές κλπ. ) εξοπλισμός υγιεινής και ασφάλειας προσωπικού, εξοπλισμός και όργανα για την εφαρμογή του προγράμματος περιβαλλοντικού ελέγχου.

Tuas South Incineration Plant - Waste Disposal in Singapore, Nov. 2004.


Tuas South Incineration Plant - Waste Disposal in Singapore.
November 10, 2004

Away from the residential area, TSIP is located within the Tuas Industrial Estate, south west of Singapore

At present, Singapore’s solid waste disposal infrastructure comprises four incineration plants and an offshore landfill. 92% of the 2.51 million tonnes of waste that was disposed of in 2003 was incinerated while the remaining refuse was land filled.


Augustine Anthuvan visited the Tuas South Incineration Plant (TSIP)recently to take a first hand look at Singapore's largest state-of-the-art plant that is not only energy efficient and reliable but has also been hailed as one of the most environment friendly as well.


Have you ever wondered where your garbage ends up after the truck picks it up from the your housing estate or the curb side of your landed property?


Well, here in Singapore, it ends up at one of the four incineration plants located around the island.


And despite the aggressive promotion of waste minimisation and recycling programmes, more than two and a half million (2.51 million) tonnes of refuse was collected and disposed of in 2003.
Of that, a little under 60% (57.3%) was generated from residential premises, food centres and markets, with commercial and industrial premises accounting for the remaining 40-odd percent (42.7%).
Which works out to about an average (in 2003) of one kilogramme (0.94 kilogrammes) of domestic refuse being generated per person per day. And while you mull over those numbers, over the past few decades, it has become increasingly expensive to construct, operate and maintain incineration plants and landfill.


Way back in 1979, it cost only S$130 million to construct an incineration plant while the fourth plant that was completed in 2000 cost about S$890 million.


But for land scarce Singapore, there was no alternative. The volume of refuse had to be reduced and with these four incineration plants together achieving 90% reduction, it made a big difference for a tiny island nation like Singapore.


Which is why, when the government decided to go for its fourth incineration plant, careful planning went into the design - the end product - not only is the Tuas South Incineration Plant the largest refuse incineration facility in Singapore, (the Ulu Pandan Refuse Incineration Plant was built in 1979, the Tuas Incineration Plant was built in 1986 and the Senoko Incineration Plant was built in 1992), it is also one of the largest in the world.

Designed to incinerate 3,000 tonnes of refuse daily, the plant incorporates modern state-of-the-art technology in combustion controls and flue gas treatmen, such as the use of Electrostatic Precipitators and Catalytic Fabric Filters, to control the emission of smoke, dust and other pollutants for compliance with the Environmental Pollution Control (Air Impurities) Regulations. It even has its own Reverse Osmosis (RO) water reclamation Plant, (using continuous micro-filtration and advanced membrane technology) that converts industrial water and rain water (collected in large underground reservoirs) into ultra pure water for boiler use, thus conserving (PUB) potable water usage.


Even the heat generated from the incineration process is recovered from six incinerator-boilers and is used to generate electricity via two steam turbo generators. The Plant consumes about 20% of the 500 million kWh of electricity generated annually to run the Plant and the remaining excess power is sold to the Singapore New Electricity Market.


Augustine Anthuvan visited the Tuas South Incineration Plant recently. Described as one of the largest in the world, it stands on an area of reclaimed land approximately 10.5 hectares. The plant has been built with state of the-art technology and to tell us more about this is Mr Poh Soon Hoong, the General Manager of the Tuas South Incineration Plant which is managed by the National Environment Agency (NEA).


Now usually these plants have heavy truck traffic, how have you gotten around this issue and made it less imposing on the local community? “During the planning stage for Tuas South Incineration Plant, we have together with the Urban Redevelopment Authority deliberately site the incineration plant in Tuas Industrial Estate away from residential areas. The nearest residential area from Tuas South Incineration Plant is Jurong West and it is about 10 km away. Hence, the heavy traffic of refuse vehicles at the incineration plant does not have an impact on the local community”.


What about hazardous wastes and unburnable materials, are they removed before solid wastes are incinerated?


"Tuas South Incineration Plant is designed to incinerate primarily wastes from the households, trade and commercial premises. The incineration plant is not designed to handle hazardous wastes. We would like to inform your listeners that the Pollution Control Department of the National Environment Agency has already put in place legislation and an enforcement regime that require industries to segregate their hazardous wastes and these wastes are disposed of by special dedicated licensed hazardous waste facilities operated by private companies”.

Flue gas from the combustion process is cleaned in the flue gas treatment system and finally dispersed through these tall chimneys

Incinerators release into the atmosphere toxic substances such as dioxins, mercury (mostly from batteries), and easily inhaled fine particles of heavy metals such as lead and cadmium (from plastics). So talking about environmental standards, how do you clean up these gases before they're dispersed into the atmosphere?


"In all our four refuse incineration plants at Ulu Pandan, Tuas, Senoko and Tuas South, we have installed sophisticated combustion control and flue gas treatment systems to scrub the flue gases. Flue gases are gases that are formed whenever we burn any substances and the flue gas are passed through the chimney before releasing to the atmosphere. The systems remove dust particles, acid gases, dioxins and other pollutants before the flue gases are emitted from the incineration plants into the atmosphere via tall chimneys. We also monitor the emission of the flue gases continuously and the monitoring results had so far shown that they are within the limits for air pollutants prescribed in the Environmental Pollution Control Regulations”. Could you tell us what sort of training do the supervisors and operators have to go through before handling such sophisticated equipment?


The plant's processes are monitored and controlled by the Digital Control System (DCS) in the Central Control Room

“Our operations staff are all from the engineering and technical background, with qualifications such as engineering degrees, technical diplomas or ITC / NTC certificates. They have to undergo on-the-job training (OJT) for 6 months to a year before they are able to operate the equipment
By the way, we are also one of the ITE Certified Centres for On-the-Job-Training".


What does this incineration plant actually run on?


“Refuse is actually the fuel for incineration plants. We only use a small amount of diesel to heat up the furnace for a short period during start-up of the incineration process. Once the refuse is ignited, they will burn continuously by itself. The incineration is non-stop operation on 24 hours daily”


Right so the heat from combustion is used to generate steam in boilers, which in turn drives the steam turbines to produce electricity. And this electricity that's being produced, I understand the plant consumes part of it and actually sells the surplus?
“The heat from the incineration of refuse is recovered to operate turbo generators to produce electricity. Tuas South Incineration Plant generates about 80 MW of electricity, 20% of which, is consumed by the plant and the surplus is sold to the Singapore National Electricity Market. All in, the four incineration plants supply about 2% of the total electricity consumption in Singapore”.
Even though its intense heat and all, I'm sure there is still some scrap metal that’s going through this process, do you remove that from the incineration process and if so, does this get recycled in some way?
“Yes we do recycle scrap metal. Now the combustion temperature at 1000 degrees C is not sufficient to melt ferrous metal. The metal is recovered by electromagnets for sale to a steel mill in Singapore. Last year, for example, the four incineration plants recovered a total of about 23,000 tonnes of scrap metal for recycling”.


From my research, I understand incinerators produce residues that include about 90% less toxic bottom ash and then there is a small percentage of fly ash. Perhaps you can explain to our listeners the difference between the two and what happens to this ash?


"The incineration plants produce incinerated bottom ash or in short we call it IBA and fly ash. Bottom ash are ash and slag that remain after the main burning in the furnace. Fly ash are dust particles as well as the lime that we inject into the flue gas to remove acidic gases, together they form the fly ash. These ashes are not considered toxic and they are currently disposed of at Semakau Landfill. We have successfully processed IBA and used the processed IBA to construct a trial 150m stretch of road in Jalan Buroh as a pilot trial project. Currently, some private companies are exploring the commercialization of processing IBA as road paving material. Studies are also being carried out to use IBA for land reclamation projects. As for fly ash, these are only about maybe three to four percent of the ash generated, tests are also being conducted to process the fly ash into paving blocks as well as bricks”.


As Singapore reconciles with the fact that one island - Pulau Semakau - has already been set aside as an offshore landfill site to meet Singapore's needs till 2030, it is nevertheless a stark message that this island nation has its limits. So what would you like to say to our listeners in closing on the issue of waste management?


“For long term sustainability in our waste management strategy, we need to strive towards "Zero Landfill" and towards "Zero Waste" - that is minimising wastes that end up in the landfill and reducing waste generation. Everyone, both residents and the industries, can play their parts in recycling, reusing and reducing wastes at source”.


When the Tuas South Incineration Plant was officially opened in 2000, there were already plans for the fifth incineration plant to come on stream by 2006.


It is worth pointing out that if the amount of waste that Singapore continues to produce everyday continues to increase, then Singapore by the year 2030, would need ten incineration plants to dispose of its daily waste.


As each plant takes up about seven hectares of land and costs about a S$1billion to build, it may not be the best use of Singapore’s limited land and resources.


Which is why for a city state like Singapore, there is a limit to its long-term capacity in waste disposal. In the end the best option would be to minimize the generation of waste and maximize the reduction, reuse and recycling of waste.


Only then can Singapore succeed in sustaintaining itself as one of the most environmentally friendly nations in the world for a long time to come.